Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

Δημοκρατια, ισοτητα και χειραφετηση σε εναν κοσμο που αλλαζει

Θα αρχίσω από τον κόμβο ανάμεσα σε δύο από τις έννοιες που προτάθηκαν προς συζήτηση για το πάνελ μας: την ισότητα και τη χειραφέτηση. Θα παραθέσω εν συντομία τα δύο κύρια σημεία που υποδηλώνονται, για μένα, στην ιδέα της χειραφέτησης.

Το πρώτο είναι ότι η ισότητα δεν είναι κάποιος στόχος στον οποίο πρέπει να φτάσουμε. Δεν πρόκειται για ένα κοινό επίπεδο, ένα ισοδύναμο ποσό πλούτου ή μία ταυτότητα βιοτικών συνθηκών που πρέπει να επιτευχθεί ως συνέπεια της ιστορικής εξέλιξης και της στρατηγικής δράσης. Αντιθέτως, είναι ένα σημείο αφετηρίας. Αυτή η πρώτη αρχή προσδένεται άμεσα με μία δεύτερη: η ισότητα δεν είναι ένα κοινό μέτρο μεταξύ ατόμων, είναι μία ικανότητα μέσω της οποίας τα άτομα δρουν ως οι κάτοχοι της κοινής εξουσίας[1], μίας εξουσίας που ανήκει σε όλους. Αυτή η ικανότητα καθεαυτή δεν είναι ένα δεδομένο του οποίου η κατοχή μπορεί να ελεγχθεί. Θα πρέπει να προϋποτίθεται ως αρχή δράσης αλλά επαληθεύεται μόνο από τη δράση καθεαυτή. Η επαλήθευση δεν συνίσταται στο γεγονός πως η δράση μου παράγει την ισότητα ως αποτέλεσμα. Πραγματώνει την ισότητα ως διαδικασία. Δρω, δρούμε ως εάν όλα τα ανθρώπινα όντα έχουν την ίδια διανοητική ικανότητα. Χειραφέτηση κατά πρώτον σημαίνει την υποστήριξη της προϋπόθεσης: είμαι ικανός, είμαστε ικανοί να σκεφτούμε και να δράσουμε δίχως αφέντες. Όμως είμαστε ικανοί στο βαθμό που σκεφτόμαστε ότι όλα τα ανθρώπινα όντα είναι προικισμένα με την ίδια ικανότητα. Δεύτερον, χειραφέτηση σημαίνει τη διαδικασία μέσω της οποίας επαληθεύουμε αυτή την προϋπόθεση. Η ισότητα δεν είναι δεδομένη, είναι διαδικασιακή[2]. Και δεν είναι ποσοτική, είναι ποιοτική.
Η ιδέα της χειραφέτησης απορρίπτει την αντίθεση, την οποία θέτει η αποκαλούμενη «φιλελεύθερη» παράδοση, ανάμεσα στην ελευθερία, θεωρημένη ως την εσώτερη αυτόνομη εξουσία[3] και αξιοπρέπεια του ατόμου και την ισότητα, θεωρημένη ως τους εξαναγκασμούς που θέτει η συλλογικότητα επί των ατόμων. Το ελεύθερο είναι ακριβώς όπως το ισάξιο: δεν ορίζει μια ιδιότητα των ατόμων. Ορίζει την μορφή της δράσης τους και της σχέσης τους προς τα άλλα άτομα. Η προϋπόθεση της ίσης ικανότητας είναι μία αρχή κοινής ελευθερίας που αντιτίθεται στην προϋπόθεση ότι τα ανθρώπινα όντα μπορούν να δράσουν λογικά μόνο ως άτομα και να συνεργαστούν λογικά σε μία κοινότητα σύμφωνα με την αρχή της υποταγής.
Η αυτονομία είναι μία έννοια κλειδί στη μοντέρνα χειραφετητική πολιτική. Όμως θα πρέπει να την κατανοήσουμε σωστά. Δεν σημαίνει την αυτόνομη δύναμη ενός υποκειμένου που αντιτίθεται σε εξωτερικές δυνάμεις: σημαίνει μία μορφή της σκέψης, της πράξης και της οργάνωσης απαλλαγμένη από την προϋπόθεση της ανισότητας, απαλλαγμένη από τους ιεραρχικούς περιορισμούς και το ιεραρχικό δόγμα. Σημαίνει την αντιπαράθεση δύο ειδών κοινής λογικής και δύο κοινών κόσμων[4], ένας εκ των οποίων βασίζεται στη διαδικασία επαλήθευσης της ανισότητας ενώ ο άλλος στη διαδικασία επαλήθευσης της ισότητας. Αυτό συνεπάγεται η έννοια της διαφωνίας που πρότεινα για να εννοιοποιήσω την πολιτική σύγκρουση. Η διαφωνία δεν είναι μία σύγκρουση δυνάμεων, ούτε ακόμη και μία σύγκρουση ιδεών και αξιών. Είναι μία σύγκρουση μεταξύ δύο κοινών κόσμων ή δύο κοινών λογικών[5]. Αυτό σημαίνει το σενάριο της απόσχισης των Ρωμαίων πληβείων στον Αβεντίνο λόφο, που τοποθέτησα στο κέντρο της ανάλυσής μου του τι σημαίνει διαφωνία. Στο πλαίσιο της κοινής λογικής η οποία στηρίζει την κυριαρχία των πατρικίων, δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος μεταξύ των πατρικίων και των πληβείων, διότι οι πληβείοι δεν μιλούν. Απλώς κάνουν θόρυβο. Η προϋπόθεση της ανισότητας δεν είναι μια απλή ιδέα, ενσαρκώνεται στην απτή πραγματικότητα ενός αισθητού κόσμου έτσι ώστε οι πληβείοι να μην αρκεί απλώς να υποστηρίξουν ότι είναι και αυτοί ομιλούντα όντα, αλλά να πρέπει επίσης να επινοήσουν μία ολόκληρη δραματουργία προκειμένου να δημιουργήσουν τον αισθητό κόσμο όπου το προηγουμένως αδιανόητο -και ακόμη αδιανόητο- γεγονός ότι μιλούν να γίνει καταληπτό.
Αυτή η ιδέα της χειραφέτησης μας κάνει να σκεφτόμαστε την πολιτική με όρους σύγκρουσης κόσμων σε αντίθεση με την κυρίαρχη ιδέα που την αφομοιώνει σε μία σύγκρουση δυνάμεων. Είναι μία σύγκρουση κοινών κόσμων. Κοινωνική χειραφέτηση δεν είναι η επιλογή της κοινότητας έναντι του ατομικισμού. Η ίδια η αντιπαράθεση της κοινότητας στον ατομικισμό είναι δίχως νόημα. Μία μορφή κοινότητας είναι πάντοτε, την ίδια στιγμή και μία μορφή ατομικότητας. Το ζήτημα δεν είναι η παρουσία ή απουσία κοινωνικών δεσμών, το ζήτημα είναι η φύση τους.
Ο καπιταλισμός δεν είναι η βασιλεία της ατομικότητας: οργανώνει αφ’ εαυτού έναν ίδιο κοινό κόσμο, έναν κοινό κόσμο που βασίζεται στην ανισότητα και διαρκώς την αναπαράγει έτσι ώστε εμφανίζεται ως ο κόσμος -ο πραγματικός, υπαρκτός κόσμος στον οποίο ζούμε, κινούμαστε, αισθανόμαστε, σκεφτόμαστε και δρούμε. Είναι ο ήδη υπαρκτός κόσμος με τους μηχανισμούς και τους θεσμούς του. Μπροστά στα αισθητά τεκμήριά του ο κόσμος της ισότητας μοιάζει σαν ένας πάντοτε ασαφής κόσμος, που πρέπει διαρκώς να επανασχεδιάζεται, να ανασυγκροτείται από μία πολλαπλότητα μοναδικών επινοήσεων από δράσεις, σχέσεις και δίκτυα που έχουν ιδιαίτερες μορφές χρονικότητας και ιδιαίτερους τρόπους αποτελεσματικότητας. Γι’ αυτό η απόσχιση των πληβείων στον Αβεντίνο λόφο είναι παραδειγματική[6]: ο κόσμος της ισότητας είναι ένας «κόσμος υπό κατασκευή», ένας κόσμος που γεννιέται από συγκεκριμένες ρήξεις στην κυρίαρχη κοινή λογική, από διαταραχές της «κανονικής» πορείας του κόσμου. Συνεπάγεται την κατάληψη συγκεκριμένων χώρων, την επινόηση συγκεκριμένων στιγμών όταν το ίδιο το τοπίο του αντιληπτού, του νοητού και του δυνατού αναδιαμορφώνεται ριζοσπαστικά. Η σύγκρουση των κόσμων είναι επί της αρχής της δυσυμμετρική.
Όμως είναι γεγονός ότι αυτή η δυσυμμετρία έχει συγκαλυφθεί για καιρό από το τεκμήριο ενός μέσου όρου που έμοιαζε να είναι κοινός στον κόσμο της ισότητας και στον κόσμο της ανισότητας και ακόμη να προσδιορίζει την ίδια στιγμή έναν κόσμο και μία δύναμη. Αυτός ο όρος ήταν η εργασία -με το δίδυμό της, που αποκαλείται μόχθος[7]. Από τη μία, εργασία ήταν το όνομα της δύναμης που ο καπιταλισμός συγκρότησε και οργάνωσε προς το συμφέρον του και η πραγματικότητα της κατάστασης εκείνων που ο καπιταλισμός εκμεταλλευόταν. Μα, από την άλλη, ήταν η δύναμη που θα μπορούσε να ανασυγκροτηθεί ενάντια σε εκείνη την καπιταλιστική εξουσία, να ανασυγκροτηθεί συνάμα ως μία δύναμη αγώνα στο παρόν και ως η μορφή ζωής του μέλλοντος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο κόσμος του μόχθου παρουσιάστηκε σαν να είναι συνάμα και το προϊόν της ανισότητας και ο παραγωγός της ισότητας. Οι δύο διαδικασίες συμπτύχθηκαν σε μία μοναδική διαδικασία.
Η Μαρξιστική παράδοση έστησε αυτή τη σύζευξη στο πλαίσιο του «προοδευτικού» σεναρίου, σύμφωνα με το οποίο η ανισότητα είναι ένα μέσο, ένα ιστορικό στάδιο που πρέπει να διαβούμε, προκειμένου να παράγουμε την ισότητα. Είχε ειπωθεί πως ο καπιταλισμός παράγει όχι μόνο τις υλικές συνθήκες ενός κόσμου ισότιμης μοιρασιάς του κοινού πλούτου, μα ακόμη και την κοινωνική τάξη που θα τον ανατρέψει και θα οργανώσει τον επερχόμενο κοινό κόσμο. Για να παίξει αυτό το ρόλο, η οργάνωση των εργατών έπρεπε να αναλάβει και να εσωτερικεύσει, πρώτα στο παρόν του αγώνα και ύστερα στο μέλλον της συλλογικής παραγωγής, την αρετή που τους είχε ενσταλαχτεί από τον καπιταλισμό, την αρετή της εργοστασιακής πειθαρχίας.
Η αναρχική παράδοση αντιπαρέθεσε σε αυτή την ιδέα της ανισότητας που παράγει ισότητα μία άλλη άποψη, που δίνει έμφαση στη θέσμιση ελεύθερων εργατικών κολεκτίβων που προεικονίζουν την επερχόμενη κοινότητα διαμέσου τόσο των εξισωτικών μορφών οργάνωσης, όσο και της θέσμισης στο παρόν μορφών συνεργατικής εργασίας και άλλων μορφών ζωής. Όμως αυτή η αντίθετη άποψη πάλι βασιζόταν στην ιδέα του «μέσου όρου»: την ιδέα της εργασίας σαν να ήταν την ίδια στιγμή μια μορφή ζωής, μια συλλογική μορφή αγώνα και η μήτρα ενός επερχόμενου κόσμου. Είναι σαφές ότι η εργασία δεν μπορεί πια να θεωρείται σήμερα σαν η ταυτότητα μιας δύναμης και ενός κόσμου, η ταυτότητα μιας μορφής αγώνα του παρόντος και μιας μορφής ζωής του μέλλοντος. Πολλά έχουν ειπωθεί είτε για το τέλος της εργασίας, είτε για το γεγονός ότι έχει γίνει άυλη. Όμως ο καπιταλισμός δεν έγινε άυλος, ακόμη και αν κομμάτι της παραγωγής του είναι γνώση, επικοινωνία, πληροφορία και ούτω καθεξής. Η υλική παραγωγή δεν εξαφανίστηκε από τον κοινό κόσμο που η ίδια οργανώνει. Αντιθέτως, μετατοπίστηκε, μακριά από τους αρχαίους τόπους της στην Γηραιά Ευρώπη, σε νέους τόπους, όπου η εργατική δύναμη ήταν φθηνότερη και πιο συνηθισμένη στην υπακοή. Και η μη-υλική παραγωγή συνεπάγεται συνάμα και κλασικές μορφές εξαγωγής υπεραξίας από κακοπληρωμένους εργάτες και  μορφές άμισθου μόχθου που παρέχεται από τους ίδιους τους καταναλωτές. Η εργασία δεν εξαφανίστηκε. Αντιθέτως, κατακερματίστηκε, ξεσχίσθηκε, και διασκορπίστηκε σε διάφορα μέρη και διάφορες μορφές ύπαρξης διαχωρισμένες η μία από την άλλη, ώστε να μην συνιστούν πλέον έναν κοινό κόσμο.
Μαζί με την οικονομική διαταραχή ήρθαν οι νομικές μεταρρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν σε όλον τον κόσμο προκειμένου να καταστήσουν την εργασία ξανά μια ιδιωτική υπόθεση. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις δεν αφαίρεσαν μόνο τα δικαιώματα και τα κοινωνικά βοηθήματα που είχαν κατακτηθεί από τους αγώνες των εργατών στο παρελθόν, έτειναν επίσης να μετατρέψουν την εργασία, τους μισθούς, τα εργασιακά συμβόλαια και τις συντάξεις σε μία απλή ιδιωτική υπόθεση, που αφορά τους εργάτες έναν έναν ξεχωριστά και όχι πλέον ως συλλογικότητα. Η εργασία δεν έχει εξαφανιστεί αλλά έχει απογυμνωθεί από την εξουσία που την καθιστούσε την υλικά υπαρκτή αρχή ενός νέου κόσμου, ενσαρκωμένου σε μία δεδομένη κοινότητα. Αυτό σημαίνει πως είμαστε τώρα υποχρεωμένοι να σκεφτούμε τη διαδικασία της χειραφέτησης, τη διαδικασία της ισότητας να φτιάχνει τον δικό της κόσμο ως συγκεκριμένη διαδικασία, αποσυνδεδεμένη από τους μετασχηματισμούς της παγκόσμιας οικονομικής διαδικασίας.
Βλέπουμε επίσης τη δυσκολία να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση. Νομίζω ότι αυτή η νέα κατάσταση και η δυσκολία να την αντιμετωπίσουμε εκφράζεται τέλεια από τα συνθήματα που αντήχησαν σε διάφορες γλώσσες κατά τη διάρκεια των πρόσφατων κινημάτων: “Democracia Real Ya”, “Nuit Debout”, “Occupy Everything”, “Να μην ζήσουμε σαν δούλοι”. Όλα τους έχουν την αποτελεσματικότητά τους σε μία ασαφή διάδραση ανάμεσα στη λογική της σύγκρουσης δυνάμεων και στη λογική της σύγκρουσης κόσμων.
Το «να καταλάβουμε» και η «κατάληψη»[8] είναι τα πιο εύγλωττα παραδείγματα αυτής της ασάφειας. Προέρχονται από την ιστορική παράδοση του αγώνα της εργατικής τάξης. Οι «απεργίες παραμονής στον χώρο»[9] του παρελθόντος, απεργίες κατά τη διάρκεια των οποίων οι εργάτες καταλάμβαναν τον χώρο εργασίας, κατέστησαν τη σύγκρουση δυνάμεων ταυτόσημη με την εκδήλωση της ισότητας. Οι εργάτες, όχι μόνο μπλόκαραν τον μηχανισμό της εκμετάλλευσης, αλλά επίσης επικύρωσαν μία συλλογική κατοχή του χώρου εργασίας και των εργαλείων της εργασίας και μετέτρεψαν έναν χώρο αφιερωμένο στη δουλειά και την υπακοή σε έναν τόπο ελεύθερης κοινωνικής ζωής. Η νέα «κατάληψη» αναλαμβάνει την αρχή του μετασχηματισμού της λειτουργίας ενός χώρου. Όμως αυτός ο χώρος δεν είναι πλέον ένας εσωτερικός χώρος, ένας χώρος καθορισμένος εντός της διανομής των οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων. Δεν είναι πλέον ένας τόπος απτής σύγκρουσης ανάμεσα στο Κεφάλαιο και την Εργασία.
Καθώς το Κεφάλαιο έχει, ολοένα και περισσότερο, γίνει μία δύναμη εκτόπισης που καταστρέφει τους τόπους όπου θα μπορούσε να στηθεί η σύγκρουση, η κατάληψη τώρα λαμβάνει χώρα στους χώρους που είναι διαθέσιμοι: σε αυτά τα κτίρια που οι απρόβλεπτες εξελίξεις της αγοράς ακινήτων έχουν αφήσει άδεια ή στους δρόμους που κανονικά είναι προορισμένοι για την κυκλοφορία των ατόμων και των προϊόντων -και κάποιες φορές για τις πορείες των διαδηλωτών. Η διαδικασία της κατάληψης μεταμορφώνει αυτούς τους χώρους που ήταν προορισμένοι για την κυκλοφορία των προσώπων, των αγαθών και των αξιών σε τόπους όπου οι άνθρωποι μένουν, και επικυρώνουν, μέσα από το απλό γεγονός της παραμονής τους εκεί, την αντίθεσή τους στις καπιταλιστικές εξουσίες της κυκλοφορίας και της εκτόπισης.
Η λέξη «κατάληψη» παραμένει η ίδια και σημαίνει ακόμη τη διαστρέβλωση της κανονικής χρήσης ενός χώρου όμως η διαδικασία του καταλαμβάνειν δεν πρόκειται πια για μία σύγκρουση δυνάμεων για την κατοχή ενός στρατηγικού τόπου στη διαδικασία της οικονομικής και κοινωνικής αναπαραγωγής. Έχει μετατραπεί σε μία σύγκρουση κόσμων, μία μορφή συμβολικής απόσχισης που υλοποιείται και συμβολίζεται σε έναν τόπο παραπέρα. Το κίνημα Occupy Wall St. έλαβε χώρα σε ένα πάρκο που βρίσκεται δίπλα ακριβώς από το κέντρο αυτής της χρηματοοικονομικής εξουσίας που κατέστρεψε τα εργοστάσια τα οποία ήταν προηγουμένως οι τόποι των κινημάτων κατάληψης. Το ισπανικό κίνημα των Indignados δημιούργησε, κατά τη διάρκεια μιας προεκλογικής καμπάνιας, συνελεύσεις που αυτοπαρουσιάστηκαν ως η έδρα της «πραγματικής δημοκρατίας τώρα». Η πραγματική δημοκρατία τέθηκε απέναντι στην αυτο-αναπαραγωγή της κάστας των αντιπροσώπων. Όμως η «πραγματική δημοκρατία» σήμαινε επίσης, στη Μαρξιστική παράδοση, το μέλλον της υλικής ισότητας που αντιπαρατέθηκε στην αστική «τυπική δημοκρατία». Ήταν ένα μέλλον που υποσχέθηκαν ως το αποτέλεσμα της κατάληψης της εξουσίας του Κράτους και της συλλογικής οργάνωσης της παραγωγής. Τώρα, προσδιορίζει μία μορφή σχέσης μεταξύ των ανθρώπινων όντων που θα πρέπει να ασκείται στο παρόν τόσο ενάντια, όσο και εκτός από το ιεραρχικό σύστημα αντιπροσώπευσης. Η πραγματική δημοκρατία, κατά μία έννοια, έγινε πιο τυπική από ό,τι η «τυπική δημοκρατία» που στιγματίστηκε από τη Μαρξιστική παράδοση. Όχι μόνο εξίσωσε την πραγμάτωση της ισότητας με τη μορφή της συνέλευσης όπου όλα τα άτομα έχουν ίσο δικαίωμα, αλλά επίσης επέβαλλε έναν αριθμό κανονισμών, όπως την ισότητα του χρόνου που δινόταν σε όλους τους ομιλητές και τη δύναμη των ατόμων να μπλοκάρουν την απόφαση της πλειοψηφίας.
Η κατάληψη έχει γίνει το όνομα μιας απόσχισης. Όμως αυτή η απόσχιση δεν είναι πλέον η δράση μιας συγκεκριμένης κοινότητας που διεκδικεί τα δικαιώματά της. Αντιθέτως, φαίνεται να είναι η υλοποίηση μιας βλέψης προς το κοινό[10], σαν το κοινό να είναι κάτι που χάθηκε, κάτι που θα έπρεπε να ανασυγκροτηθεί μέσω της συγκεκριμένης πράξης της συγκέντρωσης μίας πολλαπλότητας ανώνυμων ατόμων που επιτελούν το «είμαστε ίσοι» ως το ίδιο με το «είμαστε από κοινού»[11]. Γι’ αυτόν τον λόγο αυτή η απόσχιση, αυτό το είναι-παραπέρα[12], εκφράστηκε με παράδοξους όρους, και ιδιαιτέρως με το παράξενο σύνθημα που υιοθετήθηκε από πολλές συνελεύσεις σαν επιβεβαίωση της πραγματικής δημοκρατίας: «Ομοφωνία[13] αντί για ηγέτες». Μοιάζει παράδοξο να τίθεται η ομοφωνία σαν η ιδιαίτερη αρετή της διαφωνούσας συνέλευσης που συγκαλείται σε κατειλημμένους χώρους. Θα μπορούσε να αντιταχθεί η άποψη πως η διαφωνία[14] συνίσταται ακριβώς στη θέσμιση μιας άλλης μορφής κοινότητας που βασίζεται στην οριζοντιότητα και τη συμμετοχή. Όμως το πρόβλημα της δημοκρατίας δεν αφορά τόσο τον αριθμό των ανθρώπων που μπορούν να συμφωνήσουν στο ίδιο σημείο, όσο αφορά την ικανότητα να επινοούμε νέες μορφές συλλογικής πραγμάτωσης της ικανότητας του καθενός.
Με το να υπογραμμίζω αυτό το παράδοξο, δεν θέλω να υποτιμήσω αυτά τα κινήματα. Κάποιοι άνθρωποι αντέταξαν στον πασιφισμό των συνελεύσεων την ανάγκη της άμεσης δράσης που να αντιτίθεται μετωπικά στον εχθρό. Όμως η «σύγκρουση με τον εχθρό καθεαυτό» μπορεί να νοηθεί και να ασκηθεί με διαφορετικούς τρόπους και οι περισσότερες μορφές άμεσης δράσης που αντιπαρατέθηκαν στις ειρηνικές συνελεύσεις -για παράδειγμα οι καταστροφές σε ΑΤΜ, τζαμαρίες μαγαζιών και δημόσια γραφεία- είχαν τον ίδιο χαρακτήρα με αυτές: ήταν επίσης συμβολικές εκφράσεις μιας σύγκρουσης κόσμων, παρά στρατηγικές δράσεις σε έναν αγώνα για εξουσία. Άλλοι άνθρωποι κατέκριναν αυτή την έλλειψη στρατηγικής· είπαν ότι αυτά τα κινήματα δεν μπορούσαν να αλλάξουν τίποτε στην καπιταλιστική κυριαρχία και έκαναν νέες εκκλήσεις για την οικοδόμηση οργανώσεων πρωτοπορίας με σκοπό την κατάληψη της εξουσίας.  Όμως μια τέτοια απάντηση είναι ανίκανη να επιλύσει τα παράδοξα της χειραφέτησης. Η στρατηγική θέαση του κόσμου που την τροφοδοτεί είναι μια άποψη της ανισότητας ως παραγωγό της ισότητας. Αυτή η στρατηγική εφαρμόστηκε από τα κομμουνιστικά κόμματα και τα σοσιαλιστικά κράτη του 20ου αιώνα και όλοι γνωρίζουμε τα αποτελέσματά τους. Η ανισότητα παράγει μόνο ανισότητα και το κάνει αδιάκοπα. Επιπλέον, αυτή η στρατηγική άποψη έχει χάσει τη βάση όπου στηριζόταν, δηλαδή την πραγματικότητα της εργασίας/μόχθου ως έναν κοινό κόσμο.
Τώρα αντιμετωπίζουμε ξανά τη δυσσυμμετρία ανάμεσα στη διαδικασία της ισότητας και τη διαδικασία της ανισότητας. Η ισότητα δεν δημιουργεί κόσμους με τον ίδιο τρόπο με την ανισότητα. Δουλεύει, ως έχει, στα διαλείμματα του κυρίαρχου κόσμου, επικαλύπτοντας τον «κανονικό» -εννοώντας τον κυρίαρχο- ιεραρχικό τρόπο της δημιουργίας κόσμων. Και μία από τις κύριες όψεις της δυσσυμμετρίας είναι ακριβώς το γεγονός ότι η διαδικασία της ισότητας απορρίπτει τον ίδιο τον διαχωρισμό μέσων και σκοπών ο οποίος χαρακτηρίζει τη στρατηγική της παραγωγής της ισότητας μέσω της ανισότητας. Αυτό σημαίνει, τελικά, ελευθερία.
Η ελευθερία δεν είναι ζήτημα μιας επιλογής που κάνουν τα άτομα. Είναι ένα τρόπος πράξης. Μια ελεύθερη δράση ή μια ελεύθερη σχέση είναι μία δράση ή μία σχέση που βρίσκει το επίτευγμά της στον εαυτό της, στην επαλήθευση μιας ικανότητας και όχι πλέον σε ένα εξωτερικό αποτέλεσμα. Στις ιεραρχικές κοινωνίες του παρελθόντος αποτελούσε το προνόμιο μιας ολιγομελούς κατηγορίας ανθρώπινων όντων, που αποκαλούνταν οι «ενεργοί άνδρες» σε αντίθεση προς όλους αυτούς που υπόκειντο στη βασιλεία της ανάγκης. Στους μοντέρνους καιρούς, η ελευθερία εκδημοκρατίστηκε πρώτα στο πεδίο της αισθητικής με την Καντιανή και Σιλλεριανή κατηγορία του ελεύθερου παιχνιδιού σαν αυτοσκοπού και δυνητικότητας που ανήκει στον καθένα. Έπειτα ο νεαρός Μαρξ προχώρησε περισσότερο καθώς την έθεσε [την ελευθερία] ως τον ίδιο τον ορισμό του κομμουνισμού, τον οποίο εξίσωσε με το τέλος του καταμερισμού της εργασίας: κομμουνισμός, γράφει στα Χειρόγραφα του ‘44, σημαίνει ο εξανθρωπισμός των ανθρώπινων αισθήσεων· είναι η κατάσταση πραγμάτων στην οποία η ικανότητα του εξανθρωπισμού ασκείται δι’ εαυτή, αντί να χρησιμοποιείται ως ένα απλό μέσο για την επιβίωση. Και το απεικόνισε με την περίπτωση εκείνων των κομμουνιστών εργατών στο Παρίσι που συγκεντρώνονταν, σε πρώτο επίπεδο για να συζητήσουν τα κοινά τους συμφέροντα, αλλά το έκαναν σε μεγαλύτερο βάθος, για να απολαύσουν την καινούργια κοινωνική τους ικανότητα ως τέτοια.
Είναι αλήθεια ότι η ανάλυση του Μαρξ βασίστηκε στην ταυτοποίηση της εργασίας ως της θεμελιώδους ανθρώπινης ικανότητας. Όταν η εργασία δεν μπορεί πλέον να διαδραματίσει αυτόν τον ρόλο, η αποστολή της δημιουργίας ενός κόσμου όπου πλέον οι σκοποί της δράσης δεν διαχωρίζονται από τα μέσα της μπορεί να φαίνεται ακόμη πιο παράδοξη καθεαυτή. Η ελεύθερη και ισότιμη κοινότητα είναι κάτι που δεν μπορεί πλέον να βασιστεί σε ένα δεδομένο εμπειρικό υπόβαθρο. Θα πρέπει να δημιουργηθεί ως αντικείμενο μιας βούλησης. Όμως, από την άλλη, αυτή η βούληση δεν μπορεί πλέον να τίθεται υπό τους όρους της σχέσης των μέσων και των σκοπών. Γι’ αυτό τείνει να γίνει μία παγκόσμια επιθυμία για μία άλλη μορφή ανθρώπινων σχέσεων.
Αυτή η στροφή απεικονίστηκε καλύτερα στο κίνημα Occupy Wall Street, από τις πολλαπλές επεκτάσεις του ρήματος «occupy» (να κάνουμε κατάληψη), που το ανέδειξαν σε σηματοδότη μιας παγκόσμιας μετατροπής προς έναν άλλο τρόπο κατοίκησης του κόσμου: «occupy language» (να κάνουμε κατάληψη στη γλώσσα), «occupy imagination» (να κάνουμε κατάληψη στη φαντασία), «occupy love» (να κάνουμε κατάληψη στον έρωτα) και, εντέλει, «Occupy everything» (να κάνουμε κατάληψη σε όλα), που φαίνεται να σημαίνει: να αλλάξουμε τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τα πάντα και όλες τις υπαρκτές μορφές κοινωνικών σχέσεων. Ίσως η καλύτερη μετάφραση αυτού του αινιγματικού συνθήματος να είναι το ελληνικό σύνθημα: «Να μην ζήσουμε σαν δούλοι». Αυτή η πρόταση δεν προσκαλούσε μόνο να εξεγερθούμε ενάντια στην εντατικοποίηση της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Προσκαλούσε να επινοήσουμε εδώ και τώρα τρόπους δράσης, τρόπους σκέψης και μορφές ζωής που αντιτίθενται σε αυτές που διαρκώς παράγονται και αναπαράγονται από τη λογική της ανισότητας, τη λογική της καπιταλιστικής και κρατικής κυριαρχίας.
Νομίζω ότι αυτή η έκκληση βρήκε ανταπόκριση στην επινόηση μιας μορφής που ονομάζεται «ελεύθερος κοινωνικός χώρος» -μία μορφή που έλαβε μία ιδιαίτερη πειστικότητα στα κοινωνικά κινήματα αυτής της χώρας[15]. Κατά την άποψή μου, αυτό που κάνει αυτή την έννοια σημαντική είναι ότι αμφισβητεί τις παραδοσιακές αντιθέσεις ανάμεσα στις ανάγκες του παρόντος και τις ουτοπίες του μέλλοντος ή ανάμεσα στη σκληρή οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα και την «πολυτέλεια» της «τυπικής» δημοκρατίας. Οι άνθρωποι που άνοιξαν τέτοιους χώρους έκαναν σαφές το ότι δεν ζήτησαν απλώς να απαντήσουν σε καταστάσεις ανάγκης, ανέχειας και άγχους που δημιουργούνται από την εντατικοποίηση της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Δεν θέλησαν μόνο να δώσουν στέγη, τροφή, υγεία, παιδεία ή τέχνη σε όσους στερούνταν αυτά τα αγαθά, αλλά να δημιουργήσουν νέους τρόπους ύπαρξης, σκέψης και πράξης από κοινού.
Μπορούμε να βγάλουμε από αυτό έναν πλατύτερο ορισμό αυτής της μορφής: ένας ελεύθερος κοινωνικός χώρος είναι ένας χώρος όπου ο ίδιος ο διαχωρισμός σε σφαίρες δραστηριότητας -υλική παραγωγή, οικονομική συναλλαγή, κοινωνική πρόνοια, διανοητική παραγωγή και ανταλλαγή, καλλιτεχνική παράσταση, πολιτική δράση κτλ.- αμφισβητείται. Είναι ένας χώρος όπου συνελεύσεις μπορούν να εξασκήσουν μορφές άμεσης δημοκρατίας που σκοπεύουν όχι μόνο να δώσουν ίσο δικαίωμα λόγου στον καθένα, αλλά να λάβουν συλλογικές αποφάσεις για απτά ζητήματα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, μια μορφή πολιτικής δράσης τείνει την ίδια στιγμή να είναι το κύτταρο μιας άλλης μορφής ζωής. Δεν είναι πλέον ένα εργαλείο για την προετοιμασία μιας μελλοντικής χειραφέτησης, αλλά μια διαδικασία επινόησης μορφών ζωής και τρόπων σκέψης στις οποίες η ισότητα προάγει την ισότητα.
Αυτό που μας ζητά αυτή η πρόταση να κάνουμε είναι να αλλάξουμε όλες τις μορφές οργάνωσης της ζωής και τους τρόπους σκέψης που καθορίζονται από τη λογική της ανισότητας, τη λογική της καπιταλιστικής και κρατικής κυριαρχίας.
Φυσικά, γνωρίζουμε ότι αυτά τα κύτταρα μιας νέας κοινωνικής ζωής υπόκεινται διαρκώς σε εσωτερικά προβλήματα και εξωτερικές απειλές. Αυτό το «ήδη παρόν μέλλον» είναι πάντοτε μεμιάς ένα επισφαλές παρόν. Όμως δεν έχει νόημα, νομίζω, να εντοπίσουμε εκεί την απόδειξη ότι όλα είναι μάταια, όσο μια παγκόσμια επανάσταση δεν «πήρε» την εξουσία και δεν κατέστρεψε το καπιταλιστικό φρούριο. Αυτό το είδος κρίσης είναι ένας τρόπος να εισάγουμε το φρούριο στο μυαλό μας, να θεσμίσουμε έναν κύκλο αδυνατότητας, διακηρύσσοντας πως τίποτε δεν μπορεί να αλλάξει αν δεν αλλάξουν όλα.
Η χειραφέτηση υπήρξε πάντοτε ένας τρόπος επινόησης, μέσα στην «κανονική» ροή του χρόνου, ενός άλλου χρόνου, ενός άλλου τρόπου να κατοικούμε από κοινού τον αισθητό κόσμο. Υπήρξε πάντοτε ένας τρόπος ζωής στο παρόν σε έναν άλλο κόσμο, αντί να αναβάλλουμε τη δυνατότητά του. Η χειραφέτηση προετοιμάζει το μέλλον μονάχα στον βαθμό που ανοίγει στο παρόν ρήγματα που είναι επίσης και αυλάκια. Το κάνει αυτό εντείνοντας την εμπειρία άλλων μορφών ύπαρξης, ζωής, δράσης και σκέψης. Οι ελεύθεροι κοινωνικοί χώροι που δημιουργήθηκαν από τα πρόσφατα κινήματα κληρονομούν τις μορφές ζωής -τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς και τις μορφές λαϊκής εκπαίδευσης- που δημιουργήθηκαν από τα εργατικά κινήματα του παρελθόντος και ιδιαίτερα τα αναρχικά κινήματα. Όμως το παρόν μας δεν μπορεί πλέον να κρατήσει την πίστη που συντηρούσε τις μορφές αυτό-οργάνωσης του παρελθόντος. Δεν μπορεί να βασιστεί πλέον στην προϋπόθεση ότι ο καπιταλισμός δημιουργεί τις συνθήκες της ίδιας του της καταστροφής και ότι η εργασία συγκροτεί έναν οργανικό κόσμο του μέλλοντος που κυοφορείται ήδη στην κοιλιά του παλιού κόσμου.
Περισσότερο από ποτέ ο κόσμος της ισότητας δείχνει να είναι το, πάντοτε υπό όρους, παράγωγο συγκεκριμένων επινοήσεων. Το παρόν μας μας ωθεί να ανακαλύψουμε ξανά ότι η ιστορία της ισότητας είναι μια αυτόνομη ιστορία. Δεν είναι η εξέλιξη στρατηγικών που βασίζονται στους τεχνολογικούς και οικονομικούς μετασχηματισμούς. Είναι ένας αστερισμός στιγμών -κάποιες ημέρες, κάποιες εβδομάδες, κάποια χρόνια που δημιουργούν συγκεκριμένες χρονικές δυναμικές, προικισμένες με περισσότερη ή λιγότερη ένταση και διάρκεια. Το παρελθόν δεν μας άφησε κανένα μάθημα, μόνο στιγμές που πρέπει να διευρύνουμε και να παρατείνουμε όσο μακρύτερα μπορούμε.
 Ζακ Ρανσιέρ
Μετάφραση: Αλέξανδρος Σχισμένος
http://www.babylonia.gr/2017/06/11/zak-ransier-dimokratia-isotita-kai-cheirafetisi-se-enan-kosmo-pou-allazei/


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Σ.τ.μ. Μεταφράζουμε ως ‘εξουσία’ την λέξη power, που θα πρέπει να τονίσουμε ότι αναφέρεται στην εξουσία ως δύναμη μεταβολής, και όχι στην εξουσία ως αυθεντία κυριαρχίας, όπως εκφράζει η έτερη λέξη authority.
[2] Σ.τ.μ Όχι διαδικαστική, κανονιστική αλλά δυναμική διαδικασία και στοιχείο μιας δυναμικής διαδικασίας.
[3] Σ.τ.μ. Όπως και παραπάνω, μεταφράζουμε τη λέξη power.
[4] Σ.τ.μ. Common worlds. Κοινών, όχι μεταξύ τους, αλλά κόσμων που συγκροτούν κοινότητες νοήματος.
[5] Σ.τ.μ. Commonsenses. Ως νοοτροπίες και κοσμοθεωρίες, έννοια ισοδύναμη με τις κοινότητες νοήματος που συγκροτούν common worlds.
[6] Σ.τ.μ. Paradigmatic. Όχι μόνο ως παράδειγμα αλλά και με την θεμελιώδη σημασία ότι θέτει ένα παράδειγμα, έναν τρόπο σκέψης και δράσης.
[7] Σ.τ.μ. Ως εργασία, με την έννοια της παραγωγής έργου, αποδίδουμε τη λέξη work, ενώ με την λέξη μόχθο, τη λέξη labour, που δηλώνει επίσης τη μισθωτή εργασία.
[8] Σ.τ.μ. Στο κείμενο, οι λέξεις Occupy και occupation. Η πρώτη είναι ρήμα και η δεύτερη ουσιαστικό. Ωστόσο πρέπει να τονίσουμε ότι στην αγγλική, πέραν της ερμηνείας ως ‘κατάληψη’, οι λέξεις φέρουν και την επιπλέον ερμηνεία της ‘απασχόλησης’ ή του ‘επαγγέλματος’ (occupation) με την έννοια της ενασχόλησης. Ο αναγνώστης ας έχει κατά νου πως εδώ η ‘κατάληψη’ εμπεριέχει και τη σημασία της ενασχόλησης με τον κατειλημμένο χώρο ή χρόνο.
[9] Σ.τ.μ. Sit-in strikes.
[10] Σ.τ.μ. Common, όπως λέμε κοινά αγαθά (commons).
[11] Σ.τ.μ. Being equal- Being in common.
[12] Σ.τ.μ. Being-aside.
[13] Σ.τ.μ. Consensus, που μεταφράζεται και ως ‘συναίνεση’ η οποία ωστόσο έχει καταλήξει να σημαίνει τη συναίνεση στις επιταγές της κεντρικής εξουσίας.
[14] Σ.τ.μ. Dissensus.
[15] Σ.τ.μ. Εννοεί την Ελλάδα.
*Το παρόν κείμενο αποτελεί την ομιλία του Ζακ Ρανσιέρ στο Διεθνές Αντιεξουσιαστικό Φεστιβάλ του Περιοδικού Βαβυλωνία “B-FEST” που έλαβε χώρα στις 27/05/17 με τίτλο «Δημοκρατία, Ισότητα και Χειραφέτηση σε έναν Κόσμο που Αλλάζει». Η αγγλική του εκδοχή εδώ.

Τρίτη 20 Ιουνίου 2017

ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΧΡΗΜΑ VOLLGELD

Η ελβετική πρωτοβουλία



Συνεχίζοντας, η «πρωτοβουλία για την υιοθέτηση του πλήρους χρήματος» στην Ελβετία (Vollgeld-Initiative), μία οργάνωση δηλαδή που ασχολείται ενεργά με το θέμα, συγκεντρώνοντας υπογραφές Πολιτών, απαιτεί το μονεταριστικό εκσυγχρονισμό της χώρας, έτσι ώστε να πάψουν να υπάρχουν οικονομικές κρίσεις  – τοποθετούμενη στα εξής τρία κεντρικά σημεία:
(α)  Η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας (SNBανήκει πλειοψηφικά κατά 52% στα καντόνια και στις τράπεζες τους, ενώ είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο – πηγή) οφείλει να έχει το αποκλειστικό προνόμιο της έκδοσης χρημάτων – είτε σε φυσική, είτε σε ηλεκτρονική μορφή. Οι ιδιωτικές (εμπορικές τράπεζες) δεν πρέπει να δημιουργούν χρήματα από το πουθενά, δανείζοντας μόνο τις καταθέσεις των πελατών τους.
(β)  Η έκδοση χρημάτων πρέπει να πάψει να είναι συνδεδεμένη με το χρέος της οικονομίας και της κοινωνίας.
(γ)  Τα κέρδη από την έκδοση χρημάτων πρέπει να οδηγούνται στα κρατικά ταμεία –  έτσι ώστε να «ανακουφίζουν» τον προϋπολογισμό και να ωφελούν το κοινωνικό σύνολο.
Κατά την ελβετική πρωτοβουλία και τα τρία παραπάνω στοιχεία είναι «ιστορικά ριζωμένα» στη χώρα, ενώ το φράγκο ήταν ουσιαστικά «κατασκευασμένο» για πάρα πολλά χρόνια, είχε σχεδιαστεί από την αρχή δηλαδή ως πλήρες χρήμα – οπότε πρέπει να επανέλθει στη συγκεκριμένη του μορφή.
Δημιουργήθηκε το 1848 με τη μορφή του ασημένιου νομίσματος, όταν στην καινούργια τότε ιδρυθείσα ομοσπονδιακή δημοκρατία, δόθηκε από το σύνταγμα το αποκλειστικό προνόμιο της έκδοσης του. Η ομοσπονδία παρακολουθούσε, επόπτευε καλύτερα την εκτύπωση των νομισμάτων, καθορίζοντας το περιεχόμενο τους σε ασήμι. Το ασημένιο φράγκο ήταν ένα ασφαλές και χωρίς χρέη νόμισμα, η αξία του οποίου αντιπροσώπευε το περιεχόμενο του στο ευγενές μέταλλο.

Ιστορική αναδρομή   

Το επόμενο κεφάλαιο στην ιστορία του ελβετικού φράγκου ξεκίνησε με τη χρήση των χαρτονομισμάτων, ως μέσο συναλλαγής – η οποία αναπτύχθηκε ραγδαία, στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα. Κάθε τράπεζα τότε μπορούσε να τυπώνει μόνη της χαρτονομίσματα, τα οποία είχαν ως αντίκρισμα το ασημένιο φράγκο – ανταλλασσόταν δηλαδή με αυτό, αποτελώντας από νομικής πλευράς ένα υποκατάστατο των χρημάτων.
Εν τούτοις πολλές τράπεζες δεν ήταν πρόθυμες να ρευστοποιήσουν τα χαρτονομίσματα άλλων τραπεζών – ή απαιτούσαν μία σημαντικά ακριβότερη τιμή. Ορισμένες δε αδυνατούσαν να ανταλλάξουν τα χαρτονομίσματα των πελατών τους με ασημένια φράγκα, επειδή είχαν εκδώσει πολύ περισσότερα, από όσα αντιστοιχούσαν στα αποθέματα τους.
Για να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα η Ελβετία, σε μία αναθεώρηση του συντάγματος της το 1874, καθόρισε νομικά τις προϋποθέσεις της έκδοσης, της κάλυψης, καθώς επίσης της ανταλλαγής των χαρτονομισμάτων – κάτι που αποδείχθηκε ανεπαρκές, αφού τα μειονεκτήματα της ύπαρξης πολλών κεντρικών τραπεζών (με την έννοια της έκδοσης χάρτινων νομισμάτων), παρέμειναν ως είχαν. Έτσι, τοποθετήθηκε ως στόχος μία θεμελιώδης νομισματική μεταρρύθμιση, μέσω της οποίας το κράτος θα είχε το μονοπώλιο της έκδοσης χαρτονομισμάτων.
Το κοινοβούλιο λοιπόν, με μία επίσημη τοποθέτηση του στις 30 Δεκεμβρίου του 1890, υποστήριξε πως η ύπαρξη πολλών εκδοτριών τραπεζών οδηγεί σε έντονες χρηματοπιστωτικές κρίσεις – επειδή η εμπιστοσύνη στη φερεγγυότητα της κάθε μίας είναι εύκολο να χαθεί, λόγω των πολλών υποκαταστημάτων και των πάσης φύσεως υποχρεώσεων τους, με αποτέλεσμα τυχόν απώλεια της εμπιστοσύνης σε κάποια, να προκαλεί μία ανάλογη απώλεια σε όλες τις υπόλοιπες.
Επομένως, για να εξασφαλισθεί η απαιτούμενη εμπιστοσύνη, οπότε η χωρίς προβλήματα κυκλοφορία των χαρτονομισμάτων, θα έπρεπε να υπάρχει μόνο μία τράπεζα – η οποία θα εξέδιδε κατ’ αποκλειστικότητα χαρτονομίσματα, εξυπηρετώντας το κοινωνικό σύνολο. Το βασικό αντικείμενο δε αυτής της «κεντρικής τράπεζας», η οποία θα έπρεπε να είναι ισχυρή, χωρίς να κινδυνεύει από τον υστερόβουλο και μικροαστικό ανταγωνισμό των υπολοίπων, θα ήταν η συνεχής επαφή της με το σύνολο των τραπεζών της χώρας.
Η παραπάνω τοποθέτηση του ελβετικού κοινοβουλίου, οδήγησε στο να δοθεί στο κράτος το μονοπώλιο της έκδοσης χαρτονομισμάτων – μέσω της ψήφισης ενός νόμου από τους Πολίτες της άμεσης δημοκρατίας (18.10.91). Μέχρι να λειτουργήσει όμως η κεντρική τράπεζα (SNB), καθώς επίσης να ασκήσει το μονοπωλιακό δικαίωμα της έκδοσης χαρτονομισμάτων, πέρασαν αρκετά χρόνια.
Ολοκληρώνοντας, το άρθρο του ελβετικού συντάγματος από το 1891 που αφορά το μονοπώλιο του κράτους στην έκδοση χαρτονομισμάτων αρχίζει ως εξής: «Το δικαίωμα στην έκδοση χαρτονομισμάτων, καθώς επίσης άλλων παρόμοιων χρημάτων, αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο του κράτους«. Επειδή τώρα η προσθήκη «άλλων παρόμοιων χρημάτων» αφαιρέθηκε από την αναθεώρηση του 1999 που αφορά τη νομισματική πολιτική, η «Πρωτοβουλία του Πλήρους Χρήματος» απαιτεί να γραφτεί ξανά στο σύνταγμα – κάτι που θα εξηγηθεί στη συνέχεια.

Το κρατικό μονοπώλιο της δημιουργίας χρήματος

Η Ελβετία, από το 1891 έως το 1999 είχε ως κράτος, με βάση το σύνταγμα της, το ολοκληρωτικό μονοπώλιο της δημιουργίας χρημάτων – τόσο όσον αφορά τα μετρητά (μεταλλικά και χάρτινα νομίσματα), όσο και τα «άλλα παρόμοια χρήματα», όπως τα ηλεκτρονικά. Το μονοπώλιο όμως αυτό ήταν μόνο στα χαρτιά – αφού στην πράξη οι τράπεζες δεν το σεβόντουσαν, όταν ξεκίνησαν τις συναλλαγές χωρίς μετρητά, εκδίδοντας ηλεκτρονικά χρήματα.
Έκτοτε η έκδοση ηλεκτρονικών λογιστικών χρημάτων εκ μέρους των ιδιωτικών τραπεζών αυξήθηκε κατακόρυφα– ενώ μετά το 1999 η διαδικασία επιταχύνθηκε, όπως συμπεραίνεται μεταξύ άλλων από την αύξηση των τραπεζικών ισολογισμών (γράφημα).
ΓΡΑΦΗΜΑ-Ελβετία-ισολογισμός-τραπεζών
Σήμερα, τα ηλεκτρονικά χρήματα έχουν μερίδιο της τάξης του 90% των συνολικών χρημάτων που κυκλοφορούν στην Ελβετία – ενώ όλοι οι λογαριασμοί καταθέσεων αποτελούνται κυρίως από αυτού του είδους τα λογιστικά χρήματα, τα οποία εκδίδονται από τις ιδιωτικές τράπεζες.
Το κράτος αποδεχόταν σιωπηρά, έδειχνε ανοχή δηλαδή για πάρα πολλά χρόνια, όσον αφορά τη συγκεκριμένη λειτουργία των τραπεζών, η οποία δεν ήταν «συμβατή» με τις επιταγές του συντάγματος – ενώ με την αναθεώρηση του 1999 το σύνταγμα προσαρμόσθηκε στην πράξη, αντί να συμβεί το αντίθετο, χωρίς να γίνει θέμα δημόσια η δημιουργία χρημάτων από το πουθενά, εκ μέρους των ιδιωτικών τραπεζών.
Το τέλος του κρατικού μονοπωλίου λοιπόν, όσον αφορά την έκδοση χρημάτων, έλαβε χώρα εν αγνοία ουσιαστικά των Πολιτών της Ελβετίας – παρά το ότι το ομοσπονδιακό συμβούλιο τόνισε πως, όσον αφορά τις τραπεζικές καταθέσεις, δεν πρόκειται για πραγματικά χρήματα, αιτιολογώντας την τοποθέτηση του ως εξής:
«Τα χρήματα αυτά, λόγω της διαφορετικής πιστοληπτικής αξιολόγησης των εκάστοτε τραπεζών, δεν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά – ενώ τους λείπει η τυποποίηση, καθώς επίσης η ευκολία ανταλλαγής, την οποία απολαμβάνουν τα μετρητά χρήματα«.
Ισχύει βέβαια το ότι οι τραπεζικές καταθέσεις, όπως προηγουμένως τα χαρτονομίσματα (τα οποία πλέον προσπαθούν όλες οι τράπεζες να τα καταργήσουν, επιβάλλοντας στα κράτη μέσω των πολιτικών τις θέσεις τους), είναι από νομικής άποψης υποκατάστατο των πραγματικών χρημάτων.
Εν τούτοις, όπως αποδείχθηκε από την τραγωδία της Κύπρου (την οποία απέφυγε η Ελβετία διασώζοντας το 2008 την UBS), οι τραπεζικές καταθέσεις, στην περίπτωση της χρεοκοπίας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, δεν έχουν σε καμία περίπτωση την ίδια αξία με τα μετρητά χρήματα – πόσο μάλλον όταν πλέον οι πελάτες των τραπεζών επιβαρύνονται με την παρακολούθηση της οικονομικής τους κατάστασης, μη έχοντας παράλληλα τις απαιτούμενες γνώσεις και πληροφορίες.

Η ανάγκη ριζικής αλλαγής

Με κριτήριο τα παραπάνω η «Πρωτοβουλία του Πλήρους Χρήματος» επιδιώκει αφενός μεν τη θεσμική κατοχύρωση του ηλεκτρονικού λογιστικού χρήματος των τραπεζών, αφετέρου την υπαγωγή του στο κρατικό μονοπώλιο – ισχυριζόμενη πολύ σωστά ότι, τα προβλήματα και οι κίνδυνοι της έκδοσης υποκατάστατων ηλεκτρονικών χρημάτων από τις ιδιωτικές τράπεζες είναι ανάλογα με το παρελθόν, όπου οι τράπεζες εξέδιδαν μόνες τους τα χαρτονομίσματα.
Επομένως, ισχύουν τα ίδια επιχειρήματα, με βάση τα οποία οι Ελβετοί ψήφισαν το 1891 τη δημιουργία ενός κρατικού μονοπωλίου, όσον αφορά την έκδοση χαρτονομισμάτων – οπότε η κεντρική τράπεζα θα πρέπει να ανακτήσει το μονοπώλιο της δημιουργίας χρημάτων, επίσης σε ηλεκτρονική μορφή, με την ταυτόχρονη απαγόρευση να δημιουργούν λογιστικά χρήματα οι ιδιωτικές τράπεζες.
Ο στόχος αυτής της διαδικασίας είναι επίσης ο ίδιος με τότε: Η σταθερότητα του συστήματος των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, η ασφάλεια των τραπεζικών καταθέσεων των Πολιτών, καθώς επίσης μία επαρκής προσφορά χρήματος στην οικονομία – έτσι ώστε να επιτυγχάνεται μία προνοητική, ελεγχόμενη και δημοκρατικά νομιμοποιημένη νομισματική πολιτική.
Η «Πρωτοβουλία του Πλήρους Χρήματος» επιδιώκει επίσης να είναι τόσο τα μετρητά χρήματα, όσο και τα ηλεκτρονικά ελεύθερα χρεών, όπως στο παρελθόν τα ασημένια φράγκα – όχι όπως τα σημερινά, τα οποία επιβαρύνονται ουσιαστικά με τα χρέη της εκάστοτε οικονομίας. Αυτό δεν σημαίνει πως χρειάζονται ξανά μεταλλικά νομίσματα, αφού τα χρήματα είναι καλυμμένα από το ΑΕΠ της χώρας – από όλα αυτά δηλαδή, τα οποία μπορεί να αγοράσει κανείς με χρήματα.
Όσον αφορά δε την ποσότητα χρήματος, μπορεί να αυξάνεται ανάλογα με το ΑΕΠ, όταν όμως δεν κλιμακώνεται το χρέος της οικονομίας. Τα ελεύθερα χρεών χρήματα μπορεί να καταγράφονται είτε εκτός του ισολογισμού της κεντρικής τράπεζας (όπως συμβαίνει με τα νομίσματα), είτε εντός του – στο παθητικό ως ποσότητα χρήματος, καθώς επίσης στο ενεργητικό ως συμμετοχή στην οικονομία της χώρας.
Ολοκληρώνοντας, το πλήρες χρήμα θα μπορούσε να ανακουφίσει τον προϋπολογισμό της Ελβετίας – ειδικά επειδή η συμμετοχή των καντονιών στα κέρδη της κεντρικής τράπεζας ορίζεται από το σύνταγμα της χώρας, ήδη από το 1891. Εάν λοιπόν η κεντρική τράπεζα είχε το μονοπώλιο της δημιουργίας ηλεκτρονικών χρημάτων, τότε τα κέρδη της θα ήταν πολύ μεγάλα, ωφελώντας τους Πολίτες της και όχι τις τοκογλυφικές τράπεζες.
Τα νέα χρήματα που θα δημιουργούνταν θα μπορούσαν να καταλήξουν στην οικονομία μέσω των δημοσίων δαπανών, με αποτέλεσμα να συμβάλλουν τόσο στην αποπληρωμή των δημοσίων χρεών, όσο και στη χρηματοδότηση των ασφαλιστικών ταμείων – ενώ θα δινόταν τέλος στη δικτατορία των τραπεζών.

Επίλογος

Είναι προφανής η τεράστια ευθύνη του χρηματοπιστωτικού κλάδου διεθνώς, στις κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών – οι οποίες εντείνονται συνεχώς, ενώ γίνονται όλο και πιο συχνές. Στα πλαίσια αυτά είναι επείγουσα και αναγκαία η ρύθμιση του,η οποία δεν πρόκειται να συμβεί εάν δεν αφαιρεθεί το «βασιλικό προνόμιο» που παραδόθηκε ανεύθυνα από τους πολιτικούς στις τράπεζες: η δημιουργία χρημάτων από το πουθενά.
Επίσης δεν πρόκειται να συμβεί, όσο οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη, οι οποίες διοικούν απολυταρχικά τα κράτη, ανήκουν στους διεθνείς τοκογλύφους – με αποτέλεσμα να εγγράφουν τεράστια κέρδη εις βάρος των Πολιτών.
Παράλληλα, διαστρεβλώνουν εντελώς τη λειτουργία της οικονομίας, μεταφέροντας μέσω των οικονομικών κρίσεων, των πακέτων ποσοτικής διευκόλυνσης κοκ., τα εισοδήματα του 99% του πληθυσμού στη μειοψηφική ελίτ του 1% – με αποτέλεσμα να γίνονται οι φτωχοί φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι.
Επομένως, η υιοθέτηση του πλήρους χρήματος, όπου τα δάνεια των εμπορικών τραπεζών θα καλύπτονται κατά 100% από τις καταθέσεις τους, καθώς επίσης η ανάκτηση του προνομίου της έκδοσης χρημάτων από εθνικοποιημένες πλέον κεντρικές τράπεζες, οφείλει να είναι η πρώτη προτεραιότητα των Πολιτών – την οποία πρέπει να επιβάλλουν στις κυβερνήσεις τους, με κάθε θυσία.
  

http://positivemoney.org/about/

http://www.vollgeld-initiative.ch/ansprechpartner/

        Βασίλης Βιλιάρδος
Βιβλιογραφία: Vollgeld Initiative, M. Joob, F. Engdahl

Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Τσιρώνης: «Να επαναφέρουμε τη Δημοκρατία των Σπόρων»

Πρώτη Ολυμπιακή γιορτή Σπόρων και η 17η Γιορτή Ανταλλαγής των Σπόρων.

Τσιρώνης: «Να επαναφέρουμε τη Δημοκρατία των Σπόρων»

Κοντά στον αριθμό 4.000 έφτασαν οι επισκέπτες στην Εναλλακτική Κοινότητα Πελίτι, στο Μεσοχώρι του Δήμου Παρανεστίου της Δράμας.
Πελίτι ΣαϊνατούδηςΤσιρώνηςΓια πρώτη φορά την έναρξη της 17η γιορτής την έκανε ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ιωάννης Τσιρώνης, ο οποίος εξήρε την μεγάλη προσπάθεια του ιδρυτή του Πελίτι, Παναγιώτη Σαϊνατούδη και τον αριθμό των 700 εθελοντών σε όλη την Ελλάδα-και έναν μεγάλο αριθμό και στον υπόλοιπο κόσμο-για την διάσωση και διάδοση των παραδοσιακών σπόρων. «Οφείλουμε σαν πολίτες να επαναφέρουμε την δημοκρατία των σπόρων. Πρέπει οι παραγωγοί μας να έχουν το δικαίωμα να καλλιεργούν τους παραδοσιακούς σπόρους, που επί δεκάδες χρόνια έχουν αποδείξει την αξια τους, καθώς τους τάϊσαν επί χρόνια. Αν προστατέψουμε την Δημοκρατία στην διατροφή προστατεύουμε και την Δημοκρατίας μας. Είμαι υπουργός, που στα Ελληνικά σημαίνει υπηρέτης και έχω την υποχρέωση να υπηρετήσω αυτό που κάνουν οι Εθελοντές του Πελίτι», σημείωσε με νόημα ο κ. Τσιρώνης.
Σε ότι αφορά τις εισηγήσεις ξεχώρισαν αυτές του εκπροσώπου για την Διατροφική Αυτάρκεια, της Μπουρκίνα Φάσο της Αφρικής, όπου είναι η πρώτη χώρα στην οποία απαγορεύτηκαν οι Γενετικά Τροποποιημένοι Σπόροι. Ο Ταπσόλα Αλί Γκουάμα κάλεσε σε αγωνιστική δράση τους πολίτες του πλανήτη, εκπέμποντας το μήνυμα πως τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο αν ενώσουμε τις δυνάμεις μας.

Πελίτι φαγητό 2017
Επίσης η πρώτη Ολυμπιακή Γιορτή συνδέθηκε με την δράση που θα λάβει χώρα στην Βρετάνη της Γαλλίας, 28-29-30 Απρίλη, ενάντια στου Γενετικά Τροποποιημένους Σπόρους.
Αίσθηση προκάλεσε η τοποθέτηση της Σάνον Μακ Κέμπ από τις ΗΠΑ, η οποία ανακοίνωσε πως το 90% των σπόρων στις ΗΠΑ έχει χαθεί και πως με την εμπορευματοποίηση των ντόπιων σπόρων άνοιξαν περίπου 100.000 νέες θέσεις εργασίας.
Τέλος το δικό τους θετικό στίγμα άφησαν οι Κύπριοι Σποροφύλακες, που εδώ και 3 χρόνια έχουν ιδρύσει την δική του Τράπεζα Σπόρων, ξεκίνησαν την ηλεκτρονική ανταλλαγή των σπόρων μέσω του savegea και θεωρήθηκε πολύ καλή πρακτική για να υιοθετηθεί και από την Ελλάδα, να καλλιεργούνται οι ντόπιοι σπόροι-όπως το κάνει η Δανία- μέσω των Βιολογικών καλλιεργειών.
Τέλος όπως ανακοίνωσε ο Παναγιώτης Σαϊνατούδης, γραφεία πλέον απέκτησε το Πελίτι μέσα στην Πόλη της Δράμας.
Το επόμενο ραντεβού ορίσθηκε για του χρόνου-2018- το Σάββατο πριν του Θωμά, στη Γη του Πελίτι.Χορός Γης Πελίτ 2017
Πηγή: Βασιλική Μαχαίρα, ΕΡΤ Καβάλας

Κυριακή 4 Ιουνίου 2017

ΡΑΓΔΑΙΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ:

ΕΝΩΝΕΤΑΙ Ο ΛΑΟΣ ΚΑΙ ΟΣΟΙ ΨΗΦΙΣΑΝ «ΟΧΙ» ΣΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ 2015! ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΤΙΣ ΤΥΧΕΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥΣ!
ΣΤΗΝ ΠΝΥΚΑ, ΣΤΙΣ 21 ΙΟΥΝΙΟΥ, ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΗΜΑΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ! «ΤΟ ΝΕΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΑΙ Η ΝΕΑ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΘΑ ΓΙΝΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΑΟ!
Επιτέλους! Οι Έλληνες, όλοι όσοι ψήφισαν ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του 2015, το 61,3% ενώνεται σε μια γροθιά! Όλα τα πατριωτικά κινήματα, όλοι όσοι εκφράζουν το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος ενώνονται κάτω από μία σημαία. Τη σημαία της εθνικής απαλλαγής από τα μνημόνια και τους Προδότες-δωσίλογους-υπηρέτες των τοκογλύφων! Ο δόλιος Τσίπρας επιχειρεί να αλλάξει το Σύνταγμα κατ΄εντολή των τοκογλύφων-δανειστών και κυρίως να καταργήσει το άρθρο 120 του Συντάγματος. Δεν θα του περάσει. Οι Έλληνες συναντούνται στη Πνύκα στις 21 Ιουνίου. Όλα τα πατριωτικά κινήματα, όλοι οι υποστηρικτές του ΟΧΙ, αριστεροί και δεξιοί θα συνενώσουν τις δυνάμεις τους στις 21 Ιουνίου και θα είναι αυτοί που τελικά θα προχωρήσουν τις διαδικασίες και τη Νέα Ελληνική Συντακτική Εθνοσυνέλευση και τη δημιουργία νέου Συντάγματος. Ένα Σύνταγμα που θα απαλλάξει τη χώρα από τους δυνάστες-τυράννους της. Θα απαλλάξει τη χώρα από τους προδότες τύπου Τσίπρα, Σαμαρά, Παπανδρέου, Παπαδήμου. ΟΧΙ στους υπηρέτες των Μνημονίων.
Διαβάστε όλες τις σχετικές λεπτομέρειες …
ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗΣ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΜΕΣΩ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ
Στα πλαίσια του Διαλόγου που διεξάγεται στην ιστοσελίδα

http://www.syntagma-dialogos.gov.gr/

και ειδικότερα στο τέλος των 6 θεματικών ενοτήτων που ακολουθούν τις απαντήσεις πολλαπλών επιλογών σε 53 ερωτήματα για το Σύνταγμα της Ελλάδας, η «Νέα Ελληνική Συντακτική Εθνοσυνέλευση» προτείνει να καταγραφούν οι εξής θέσεις για το Νέο Σύνταγμα Πολιτών. Ελπίζουμε ότι η Επιτροπή Διαλόγου για το Σύνταγμα να ενστερνιστεί τις πιο σημαντικές από αυτές και ειδικά την αναγκαιότητα ύπαρξης δεύτερου  σώματος έκφρασης της Λαϊκής Κυριαρχίας, που προτείνεται να λέγεται και να λειτουργεί ως «ΔΗΜΟΒΟΥΛΙΟ ΠΟΛΙΤΩΝ», ασκώντας την λειτουργία κοινωνικού ελέγχου των λοιπών εξουσιών στη χώρα μας. Επίσης καθοριστική είναι η προτεινόμενη διοικητική δομή της χώρας να ακολουθεί το Καποδιστριακό Ελβετικό συνταγματικό μοντέλο, αναδεικνύοντας τις πόλεις της Ελλάδας ως πόλους ποιοτικής και αμεσοδημοκρατικής περιφερειακής ανάπτυξής της.
Αν διαπιστώσουμε ότι δεν εισακούγονται ήδη κατά την δεύτερη φάση του Διαλόγου οι θέσεις μας αυτές και με δεδομένο ότι δεν επιβλήθηκε η απαιτούμενη δημοσιότητα για τον Διάλογο αυτό από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, ώστε να αντιπαρατεθούν με επιχειρήματα αυτές με όλες τις άλλες απόψεις των συμπολιτών μας, θα αναγκαστούμε να αναλάβουμε πρωτοβουλίες συνέχισης του Διαλόγου για το Σύνταγμα με πραγματικό εκτεταμένο διάλογο εντός της Ελληνικής κοινωνίας και τον ομογενών διεκδικώντας τη σκυτάλη συνέχισης του έργου της Επιτροπής Διαλόγου για το Σύνταγμα από μια συγκροτημένη σε σώμα Εθνικοαπελευθερωτική Συντακτική Εθνοσυνέλευση του Ελληνικού Λαού,ανεξάρτητα από όποια τυχόν παρωδία συνταγματικής αναθεώρησης, που απλά θα συνεχίσει την τραγωδία του Ελληνικού Λαού, που καταστράφηκε ήδη από ολιγαρχικό Σύνταγμα του 1975 και τις αποτυχημένες αναθεωρήσεις του!
Οι προτεινόμενες θέσεις μας στις 6 θεματικές ενότητες του Διαλόγου στην ηλεκτρονική διαβούλευση κατατέθηκαν συμπυκνωμένες στα 1.000 επιτρεπόμενα γράμματα καθεμιάς από τις 6 ενότητες ως εξής:
Α’ ΕΝΟΤΗΤΑ
ΘΕΣΜΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ
«A) Να περιοριστούν σε 200 οι Βουλευτές και 100 Δημοβουλευτές να συγκροτούν το ΔΗΜΟΒΟΥΛΙΟ ΠΟΛΙΤΩΝ,εκτός κομμάτων; 20 από εθελοντικές, 20 από επιστημονικές, 20 από ομογενειακές Οργανώσεις,20 από τοπικά Δημοβούλια και 20 κληρωτοί από πρόκριτους για δράση τους πολίτες για άσκηση Ελεγκτικής Λειτουργίας του Κράτους από κοινωνία εκτός Πολιτικών, Εποπτεία και Ορισμό μελών Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, Εποπτεία Συμβουλίων Κοινωνικού Ελέγχου Δημόσιου Τομέα, Κύρωση Νόμων Βουλής, αναπομπή απεριόριστα ψηφισμένων Νόμων στη Βουλή αιτιολογημένα μέχρι εναρμονισμού απόψεων δύο αυτών Σωμάτων, Κύρωση ερωτημάτων Δημοψηφισμάτων και κειμένων Νομοθετικών Πρωτοβουλιών Πολιτών, Κρίση για ευθύνη Βουλευτών , Υπουργών και Παραπομπή τους στη Δικαιοσύνη, Εποπτεία Νέας Ηλιαίας (Ανωτάτου Δικαστηρίου Ορκωτών Πολιτών)για αποφάσεις Δικαίου Κοινωνικής Ευθύνης που συναποτελεί με επαγγελματίες δικαστές ισότιμα το Συνταγματικό Δικαστήριο Ελλάδας.
Β) Σύνταγμα Καποδιστριακό Ελβετικού τύπου, ως Ενωμένες Πόλεις (Νομοί).»
Β’ ΕΝΟΤΗΤΑ
ΘΕΣΜΟΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ, ΛΟΓΟΔΟΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΜΕΣΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
«Καθοριστικό ρόλο και για τα ζητήματα της Β Ενότητας Διαλόγου για το Σύνταγμα συμμετοχής των Πολιτών κτλ. έχει η συλλογική τους έκφραση ως Βουλή της Κοινωνίας των Πολιτών, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα στις ελεύθερες απόψεις μας της Α Ενότητας για την ανάγκη Συνταγματικής θεσμοθέτησης του ΔΗΜΟΒΟΥΛΙΟΥ ΠΟΛΙΤΩΝ, ως έκφραση της Λαικής Κυριαρχίας και της τέταρτης Ελεγκτικής Λειτουργίας της Πολιτείας, με προέλευση των Δημοβουλευτών εκτός πολιτικών κομμάτων, που αυτά θα εκφράζονται μόνο στη Βουλή των Ελλήνων. Αυτός είναι λόγος για μη χρηματοδότηση κομμάτων από τον Προυπολογισμό και για αναλογική αντιμετώπιση των δύο Σωμάτων έκφρασης των εξουσιών του Λαού ή Πολιτών με εθελοντική συμμετοχή στα Κοινά. Τα Συμβούλια Κοινωνικού Ελέγχου πρέπει να θεσμοθετηθούν συνταγματικά πέραν της Ε.Ρ.Τ. για όλες τις ΔΕΚΟ και τα ΝΠΔΔ και να σχετίζονται λειτουργικά με τις ανάλογες Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές ( π.χ. Ε.Σ.Ρ. για ΕΡΤ) και ΔΗΜΟΒΟΥΛΙΟ, όχι με τον ελεγχόμενο φορέα του Δημοσίου.»
Γ’ ΕΝΟΤΗΤΑ
ΣΧΕΣΗ ΚΡΑΤΟΥΣ – ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
«Προτείνεται να προβλέπει το  Νέο Σύνταγμα για τα ζητήματα της αρχαίας Ελληνικής Κοσμοθέασης,  Λατρείας  και Γραμματολογίας ελάχιστα δικαιώματα  Ελλήνων και Ελληνίδων, αναλογικά και ισομερώς με τα προβλεπόμενα για το Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα και την Εκκλησία του, στα πλαίσια ισότιμης αναγνώρισης των δύο αυτών πόλων και αναπτυσσόμενων ριζών του καλούμενου Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού.  Κυρίως οι αναφορές αυτές πρέπει να  σχετίζονται με την ανθρωποκεντρική θεώρηση όλων των συνταγματικά προβλεπόμενων Θεσμών και Ατομικών ή Κοινωνικών Δικαιωμάτων  Πολιτών. Ως προς το Προοίμιο του Συντάγματος να προστεθεί αρχικά η ρήση του Περικλέους  

<Χρώμεθα γαρ Πολιτεία ου ζηλούση τους πέλας Νόμους.>

Μετάφραση εδαφίου 37.

« Έχουμε πολίτευμα που δεν αντιγράφει των άλλων τους νόμους, αλλά πιο πολύ είμαστε εμείς παράδειγμα σε μερικούς παρά μιμητές τους. Και έχει τούτο το πολίτευμα το όνομα Δημοκρατία, γιατί δε διοικούν οι λίγοι αλλά οι περισσότεροι· κι είναι όλοι οι πολίτες μπροστά στους νόμους ίσοι για τις ιδιωτικές τους διαφορές· για την προσωπική  όμως ανάδειξη και τις τιμές,  καταπώς ξεχωρίζει καθένας σε κάτι προτιμιέται στα δημόσια αξιώματα, πιο πολύ γιατί είναι ικανός παρά γιατί τον ανέδειξε ο κλήρος· ούτε πάλι κάποιος, επειδή είναι φτωχός , κι ενώ μπορεί να κάνει κάτι καλό στην πολιτεία, εμποδίζεται από αυτήν την ασήμαντη κοινωνική του θέση. Και όχι μονάχα στη δημόσια ζωή μας ζούμε ελεύθεροι, αλλά και στις καθημερινές μας σχέσεις είμαστε λυτρωμένοι από την καχυποψία μεταξύ μας και δε θυμώνουμε με το γείτονα μας, αν κάνει κάτι καταπώς τον ευχαριστεί, ούτε παίρνουμε απέναντι του το ύφος του ενοχλημένου, πράγμα που μπορεί βέβαια να μην τον βλάφτει, σίγουρα όμως τον στενοχωρεί.  Κι ενώ στην ιδιωτική μας ζωή δεν ενοχλούμε ο ένας τον άλλο, στα δημόσια πράγματα δεν κάνουμε παρανομίες από εσωτερική προπάντων παρόρμηση, υπακούοντες στους κάθε φορά άρχοντες μας και στους νόμους, ιδιαίτερα σε κείνους απ’ αυτούς που έχουν ψηφιστεί για την προστασία των αδικημένων  και σ’ όσους, αν και άγραφοι, όμως φέρνουν ντροπή αναμφισβήτητη στους  παραβάτες.»

Μετάφραση του εδαφίου 40.

«Αγαπάμε το ωραίο στην απλότητα, αγαπάμε τα γράμματα χωρίς να καταντούμε μαλθακοί· τον πλούτο πιο πολύ τον έχουμε σαν ευκαιρία για έργα παρά σαν αφορμή για καυχησιές· τη φτώχεια του να παραδέχεται κανείς δεν είναι ντροπή·  μεγαλύτερη ντροπή είναι να μην πασχίζει με τη δουλειά  να γλιτώσει απ’ αυτήν. Μπορούμε οι ίδιοι να φροντίζουμε για τις δικές μας υποθέσεις και μαζί για τις δημόσιες και μόλο που καθένας μας είναι απασχολημένος με τη δουλειά του, άλλος τούτη άλλος κείνη, δεν είμαστε για αυτό λιγότερο κατατοπισμένοι στα πολιτικά. Γιατί μονάχα εμείς αυτόν που δεν παίρνει καθόλου μέρος σ’ αυτά το θεωρούμε όχι φιλήσυχο αλλά άχρηστο, κι εμείς οι ίδιοι ή κάνουμε ορθές σκέψεις και προτάσεις πάνω στις υποθέσεις της πολιτείας ή ,τουλάχιστον, παίρνουμε σωστές αποφάσεις γι’ αυτές, γιατί δε νομίζουμε πως τα λόγια βλάπτουν τα έργα, αλλά πιο πολύ βλάφτει να μη διαφωτισθούμε πιο μπροστά με το λόγο για τα όσα πρέπει να κάνουμε. Γιατί και σε τούτο, αλήθεια, ξεχωρίζουμε, ώστε οι ίδιοι και πολύ τολμηροί να’ μαστε και πολύ να συλλογιζόμαστε  όσα θα επιχειρήσουμε·  ως προς αυτό, στους άλλους η άγνοια φέρνει τόλμη απερίσκεπτη κι η γνώση δισταγμό. Και πιο δυνατή ψυχή δίκαια θα λογαριαστεί πως έχουν εκείνοι που ξέρουν πεντακάθαρα και τα φοβερά και τα ευχάριστα κι όμως γι’ αυτό δεν προσπαθούν να αποφύγουν τους κιντύνους. Και στην εκδήλωση φιλικής διάθεσης απέναντι στους άλλους, είμαστε αντίθετοι με τους πολλούς, γιατί αποχτούμε τους φίλους μας όχι με το να μας ευεργετούν αλλά με το να τους ευεργετούμε.  Κι είναι ο ευεργέτης φίλος πιο σταθερός, γιατί προσπαθεί να διατηρεί τη χάρη που του χρωστιέται με τη συμπάθεια του σ’ αυτόν που έχει κάμει το καλό, ενώ κείνος που του χρωστάει χάρη είναι λιγότερο πρόθυμος, επειδή ξέρει ότι την καλοσύνη του θα την κάμει όχι για να του χρωστούν χάρη, αλλά για να ξοφλήσει χρέος. Και μονάχοι εμείς βοηθούμε άφοβα τους άλλους όχι τόσο από συμφεροντολογικούς  υπολογισμούς όσο από τις άδολες φιλελεύθερες πεποιθήσεις μας.» 

http://www.dd-democracy.gr/article.asp?Id=5

 Επίσης να επιγράφεται το Σύνταγμα ως Νέα Πολιτική Διοίκηση της Ελληνικής Συμπολιτείας, αναφερόμενο σε διοικητικές δομές αντίστοιχες με το Ελβετικό Καποδιστριακό Σύνταγμα, επεκτείνοντας αναλογικά το Αυτοδιοίκητο του Αγίου Όρους και την αυτοδιαχειριστική του λειτουργία σε όλες τις Πόλεις ή Νομούς της Ελλάδας.»
Δ’ ΕΝΟΤΗΤΑ
ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ
«Η Δικαιοσύνη πρέπει στο νέο Σύνταγμα να βασίζεται και σε Ορκωτούς Πολίτες,  εξίσου με τους επαγγελματίες Δικαστές, τουλάχιστον για  αρχική έκφραση του Κοινού περί Δικαίου αισθήματος, σε  όλους τους Κλάδους της και στα  Ανώτατα Δικαστήρια, αφήνοντας κύρια ειδικότερες τεχνικές λεπτομέρειες και επιμετρήσεις ποινών  ή υπολογισμό αποζημιώσεων στους τελευταίους. Προτείνεται να  θεσμοθετηθεί ανεξάρτητο Δικαστήριο Κοινωνικού Ελέγχου με επωνυμία <ΝΕΑ ΗΛΙΑΙΑ>, που θα  εποπτεύεται από την τέταρτη Ελεγκτική Λειτουργία του ΔΗΜΟΒΟΥΛΙΟΥ ΠΟΛΙΤΩΝ. Αυτό θα  κρίνει την ευθύνη Υπουργών, Βουλευτών και Δημοβουλευτών και  θα επιτηρεί και τη διάκριση των λοιπών Λειτουργιών. Θα είναι αρμόδιο Ανώτατο Δικαστήριο Συνταγματικού Ελέγχου των Νόμων και της Εφαρμογής των Δημοψηφισμάτων. Θα  εισηγείται  ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΑ στο Δημοβούλιο Πολιτών τη μη κύρωση Νόμων της Βουλής και αναπομπή ψηφισμένων Νομοσχεδίων στην ίδια πριν εκδοθούν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και θα είναι υπό την αιγίδα του ως εγγυητή του Πολιτεύματος.»
 Ε’ ΕΝΟΤΗΤΑ
ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
«Προτείνεται η καθιέρωση των Κοινοτήτων Οικονομικής και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συμπολιτών ως βασικού Οικονομικού Κυττάρου κάθε Παραγωγικής Διαδικασίας και Παροχής Υπηρεσιών, ώστε να μην απαιτούνται οι παραδοσιακές εργασιακές ρυθμίσεις των συλλογικών συμβάσεων, απεργιών ή ανταπεργιών κλ. της Βιομηχανικής Κοινωνίας. Οφείλει να  αναφέρεται ως θεμελιώδης  αρχή των εργασιακών σχέσεων η Αυτοδιαχείριση και η φιλική επίλυση των διαφορών στις βάσεις των παραδοσιακών  Συντροφιών, Συντεχνιών και Συνεταιρισμών που αναπτύσσουν  αλληλέγγυα  Κοινωνική Οικονομία. Προτείνεται η Αναγνώριση των Μη Νομισματικών Ανταλλαγών και η ανταλλακτική Οικονομία που βασίζεται σε αποτίμηση αξιών με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες στο κάθε τοπικό, Περιφερειακό ή Εθνικό επίπεδο που δρουν οι συναλλασσόμενοι. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει για τα υπερεθνικά νομίσματα τύπου Ευρώ, ότι λειτουργούν μόνο επικουρικά για εξαγωγές και παράλληλα με το Εθνικό Νόμισμα. Η Εκπαίδευση πρέπει ρητά να  αναφέρεται στα αρχαιοελληνικά πρότυπα.»
ΣΤ’ ΕΝΟΤΗΤΑ
ΚΟΙΝΑ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Πρέπει να προστατεύεται ρητά  στο Σύνταγμα  το Δικαίωμα κάθε Πολιτιστικού Μνημείου στην Ακεραιότητά του  και έκθεσή του στον αρχικό φυσικό χώρο όπου δημιουργήθηκε. Άρα  και η επιστροφή των αρχαιοτήτων που απομακρύνθηκαν. Πρέπει ο δημόσιος χαρακτήρας όλων των σχετικών προβλέψεων για αγαθά κλ. να μην περιορίζεται μόνο στο Εθνικό, αλλά και σε τοπικό επίπεδο για όλα τα δημόσια  αγαθά, θεσμούς διαχείρισης κλ., ώστε  να  αναδεικνύεται και να  διευκολύνεται ο κοινωνικός έλεγχος,  εξαιτίας των άριστων μέτρων έκτασης και πληθυσμού που ελέγχει και για να  αποφεύγεται η γραφειοκρατική διαχείριση με  παραδοσιακή νοοτροπία λειτουργίας του Δημοσίου. Γενικά στο Νέο Σύνταγμα το Δημόσιο πρέπει να  συρρικνώνεται  αρχικά σε αποκεντρωμένο τοπικό επίπεδο πόλεων ή Νομών και με βάση την αρχή της Επικουρικότητας να προκύπτει ρητά ανώτερο και πιο κεντρικό επίπεδο Διαχείρισης ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ αποδεικνύεται ατελέσφορη η διαχείριση κάθε αγαθού τοπικά. Αρμόδιο να κρίνει τα επίπεδα κάθε Διαχείρισης να είναι το ΔΗΜΟΒΟΥΛΙΟ.
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗΣ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ
Σας καλούμε να γνωριστούμε και να ολοκληρώσουμε τη στελέχωση της «Ν.Ελ.Σ.Ε» (www.s120s.gr) την Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017, ώρα 18:30, στην Πνύκα
για να συναποφασίσουμε τη συνέχιση και ολοκλήρωση
του Διαλόγου για το Σύνταγμα από εμάς τους Έλληνες πολίτες,
πριν παραδοθεί στη Βουλή και στα πολιτικά κόμματα
το πόρισμα του προσχηματικού Διαλόγου
που χωρίς τη συνδρομή των ΜΜΕ υποτίθεται ότι διεξήχθη.