Δευτέρα 17 Απριλίου 2017

Eίναι λάθος η δημοκρατία;

Πριν από 45 χρόνια, το 1971, το Ολλανδικό Ραδιοτηλεοπτικό Ιδρυμα στα πλαίσια του International Philosopher’s Project, διοργάνωσε μια άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ του αμερικανού διανοητή Νόαμ Τσόμσκι και του enfant terrible της γαλλικής διανόησης, Μισέλ Φουκώ. Το αντικείμενο της κουβέντας τους ήταν η ανθρώπινη φύση. Τίποτα λιγότερο συναφές με την προβληματική των δύο ανδρών. Κι όμως, κατά τη διάρκεια του διαλόγου, η συζήτηση εκτροχιάστηκε -με θαυμαστό τρόπο- προσεγγίζοντας τον τύπο των κοινωνιών που δημιούργησαν οι δημοκρατίες μας.
Από εκείνη τη συζήτηση προέκυψε η ρήση-ρουκέτα του Φουκώ για την πυρηνική δομή της δημοκρατίας ως πολίτευμα και η οποία, συν τω χρόνω, μετατράπηκε σε τσιτάτο και εύκολη ρητορεία στα στόμα ενίων πολέμιών της. «Η δημοκρατία δεν είναι τίποτα άλλο από δικτατορία της τάξης», είχε πει ο γάλλος φιλόσοφος, αλλά για να είμαστε ακριβείς, και οφείλουμε να είμαστε ακριβείς, είχε πει επί λέξει: «Αν με τη λέξη «δημοκρατία» εννοούμε την πραγματική άσκηση της εξουσίας από έναν πληθυσμό που δεν είναι ούτε διαιρεμένος ούτε διατεταγμένος ιεραρχικά σε τάξεις, τότε είναι φανερό ότι απέχουμε πολύ από τη δημοκρατία. Είναι ολοφάνερο όμως ότι ζούμε κάτω από ένα καθεστώς δικτατορίας της τάξης, εξουσίας της τάξης, που επιβάλλεται με τη βία, ακόμη κι όταν τα όργανα αυτής της βίας είναι θεσμικά και συνταγματικά, και στο βαθμό αυτόν δεν τίθεται ζήτημα δημοκρατίας για μας».

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο,  με τη βία ή χωρίς αυτήν, η έννοια της δημοκρατίας, ήτοι της ευρείας συμμετοχής στα κοινά πράγματα μέσω ενός συστήματος αντιπροσώπευσης, δείχνει στις μέρες μας να πάσχει ή, τουλάχιστον, να δέχεται αρκετή πολεμική ως προς την αποτελεσματικότητά του.
Το πρόσφατο δημοψήφισμα στη Βρετανία, εκείνο που διενήργησε η Ελλάδα πριν από ένα χρόνο, αλλά και οι επικείμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, μας βάζουν, αίφνης, στο κυρίως θέμα: στη σημασιολογική διάσταση της συμμετοχής στα κοινά. Κοινώς: ποιοι δικαιούνται να έχουν άποψη και δικαίωμα ψήφου; Κάτω από ποιες συνθήκες επηρεάζει η κρίση ενός εκάστου για θέματα οριακής φύσης;
Οι «πούροι» θιασώτες της κοινωνίας των ολίγων και ελαχίστων «καλών» σπέρνουν το τελευταίο διάστημα το σπόρο της αμφισβήτησης σημειώνοντας με τρόπο χονδροειδή ότι οι φτωχοί και απαίδευτοι δεν γνωρίζουν τι ακριβώς ψηφίζουν με αποτέλεσμα οι ψηφοφορίες να βγάζουν τρελά και παλαβά αποτελέσματα.
Πρώτη υποσημείωση: οι φτωχοί και απαίδευτοι κατέχουν την αισθητή πλειοψηφία των κοινωνικών συνόλων διότι μια ευάριθμη μειοψηφία «εκλεκτών» τους οδήγησε σε αυτό το σημείο. Κανείς δεν γεννιέται μορφωμένος και ενδεής. Εκτός αν υπάρχει κάποια γενετική έρευνα που αποδεικνύει ότι στο dna των ανθρώπων εγγράφονται τα περιουσιακά στοιχεία και οι γνώσεις που θα αποκτήσουν εν ζωή.
Δεύτερη υποσημείωση: προς αυτούς τους απαίδευτους και αμόρφωτους απευθύνονται οι ελίτ προσφέροντάς τους την έννοια του «πολίτη» και ζητώντας τους τη ψήφο, τη γνώμη, τη συγκατάβαση ή την άρνησή τους. Τα καλά και συμφέροντα; Δηλαδή: όταν οι πολίτες ταυτίζονται με την κυρίαρχη άποψη είναι αρεστοί και όταν παρεκκλίνουν αυτής θεωρούνται αποσυνάγωγοι;
Κατά τον Νόαμ Τσόμσκι δεν τίθεται κανένα δίλημμα. Ως διαπρύσιος λάτρης της άμεσης δημοκρατίας, δήλωνε σε εκείνη τη συζήτηση με τον Φουκώ: «Αν είχαμε να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο πράγματα, να εμπιστευτούμε τη συγκεντρωμένη εξουσία όσον αφορά τη λήψη της σωστής απόφασης σ’ αυτό το θέμα, ή να εμπιστευτούμε τις ελεύθερες συνενώσεις των ελευθεριακών κοινοτήτων όσον αφορά το ίδιο θέμα, τότε θα επέλεγα το δεύτερο». Σαν να λέμε: είναι προτιμότερο να κάνει λάθος μια κοινότητα ανθρώπων από το να αφήσουμε μια ελιτίστικη ομάδα να κανοναρχεί τις απόψεις των πολλών.
Το ερώτημα είναι, ωστόσο, ενεργό και μένει να απαντηθεί: κι αν οι πολλοί, όντως, κάνουν λάθη; Αν το πλειοψηφικό «Οχι» στο ελληνικό δημοψήφισμα ήταν ένα είδος ομαδικής πλάνης; Αν το Brexit των Βρετανών ήταν μια πράξη αυτοχειρίας; Αν οι Αμερικανοί υπερψηφίσουν τον πρώτο παρατυχόντα σχιζοφρενή για πρόεδρό τους (βλ. Τραμπ);
Μήπως, λοιπόν, η λαϊκή κρίση είναι ευεπίφορη στα λάθη; Μακριά από το… αγριεμένο πλήθος και τις λογής λαϊκιστικές περικοκλάδες, μπορεί κανείς να εικάσει βάσιμα ότι, όντως, πολλές φορές ολόκληρες κοινωνίες καταλήφθηκαν από το «κακό» ή το «λάθος». Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης και η άνοδος του Χίτλερ δεν ήταν αποτέλεσμα ένθεης κρίσης. Ούτε ο «πατερούλης» Στάλιν ήταν κάποιο κοινωνικό πείραμα.
Τούτο, όμως, απέχει πολύ από το θέτει κανείς μια γραμμή διαχωρισμού ανάμεσα τους λιγότερο και τους περισσότερο «ικανούς» στο να λειτουργούν σε συνθήκες δημοκρατίας.
Αν η μόρφωση και το κοινωνικό στάτους είναι τα βασικά κριτήρια κατηγοριοποίησης, τότε μάλλον είμαστε μπροστά σε ένα φαινόμενο που προσεγγίζει την «ορθοδοξία» της δημοκρατίας, την οποία, φευ, έχουν δικαίωμα να την διακηρύττουν μόνο λίγοι, ελάχιστοι και εκλεκτοί. Κι αν αυτοί, με τη σειρά τους, κάνουν (ένα ακόμη) λάθος; Ποιος θα τους κρίνει; Οι ακόμη λιγότεροι εκλεκτοί; Στο τέλος θα μας απομείνει ένας (μεσσίας) να κρίνει τους πάντες.
Χρειαζόμαστε, λοιπόν, μια νέα πολιτική εννοιολόγηση;  Μια μεσσιανική σύλληψη, ενδεχομένως; Μια εσχατολογική ερμηνεία των αποτελεσμάτων της δημοκρατίας επί τη βάσει κοινωνικών συμφραζομένων;
Ο ιταλός φιλόσοφος, Τζόρτζιο Αγκάμπεν, είχε επισκεφθεί την Αθήνα και είχε μιλήσει για τη σύγχρονη έννοια της δημοκρατίας. Είχε πει: «Η  δημοκρατία είναι  μια έννοια διφορούμενη. Σημαίνει τη συγκρότηση του πολιτικού σώματος, αλλά και την τεχνολογία, απλώς, της διακυβέρνησης: σήμερα η δημοκρατία είναι μια τεχνική της εξουσίας, ανάμεσα σε άλλες. Ας κάνουμε αυτή τη διάκριση, ανάμεσα στην πραγματική δημοκρατία ως συγκρότηση του πολιτικού σώματος και τη δημοκρατία ως τεχνική διακυβέρνησης που στηρίζεται στα γκάλοπ, τις εκλογές, τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης, τη διακυβέρνηση ιδίως μέσω των ΜΜΕ κλπ. Η δεύτερη εκδοχή, αυτό που οι κυβερνήσεις αποκαλούν δημοκρατία, δεν μοιάζει σε τίποτα με  την αθηναϊκή  δημοκρατία του 5ου αιώνα. Αν αυτό είναι η δημοκρατία, απλούστατα, δεν με ενδιαφέρει».
Υπάρχει, όμως, και ο αντίλογος. Ο βέλγος συγγραφέας Ντέιβιντ φαν Ρέιμπρουκ, δημοσίευσε στις 29/6 στον βρετανικό Guardian ένα μακροσκελές άρθρο γύρω από τις παθογένειες της σύγχρονης δημοκρατίας και την ανάγκη να περάσουμε από την «πολλή συμμετοχή» σε μια κεντρομόλα διευθέτηση των κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων. Μάλιστα, κάνει λόγο για «εκλογικό φονταμενταλισμό» με τους οπαδούς αυτής της «ασθένειας» να πιστεύουν πως οι εκλογές λύνουν όλα τα θέματα των κοινωνιών. Αρα, μέσες άκρες, το ζητούμενο σε μια δημοκρατία δεν πρέπει να είναι μόνο το δικαίωμα της ψήφου, ή, τουλάχιστον, να μην περιορίζεται μόνο σε αυτό το καθήκον, αλλά θα πρέπει να υπάρχει μια εξαντλητική συζήτηση της κοινωνίας γύρω από θέματα που την απασχολούν.

Ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά» εξηγούσε πως το βασικό ελάττωμα της δημοκρατίας είναι ότι εξομοιώνει τα ανόμοια και εξισώσει τα άνισα. Δίνει ίσα δικαιώματα σε άτομα με διαφορετικές υποχρεώσεις, άρα καταργεί την υπευθυνότητα, ενώ οι διαφορετικές ικανότητες των ατόμων αυτομάτως γκρεμίζουν την έννοια της αξιοκρατίας. Βέβαια, κινδυνεύουμε από τούτη τη μικρή περικοπή ενός μνημειώδους βιβλίου να λάβουμε λανθασμένες απόψεις για την άποψη του Σταγειρίτη.
Ωστόσο, και πάλι το ερώτημα παραμένει: θέλουμε μια δημοκρατία α λα καρτ, κατά το δοκούν, κατά περίσταση; Ή μια δημοκρατία των πολλών που θα έχει δικαίωμα ακόμη και στο λάθος;
Οπως έλεγε και ο Ρούσβελτ: «Κάθε φορά που καλείσαι να πάρεις μια απόφαση το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι το σωστό, το αμέσως καλύτερο είναι να κάνεις το λάθος. Το χειρότερο πράγμα είναι να μην κάνεις τίποτα».
Protagon

Τετάρτη 5 Απριλίου 2017

Η άμεση Δημοκρατία στο πολίτευμα και την πολιτική του Ρήγα Φεραίου

Η Ελληνική Επανάσταση Α. 
Τα γεγονότα που ξετυλίχτηκαν στην Ελληνική Χερσόνησο, στα νησιά του Αιγαίου Πελάγους και στο έδαφος της Μολδοβλαχίας, της σημερινής Ρουμανίας, ανάμεσα στα χρόνια 1821-1827 συνέθεσαν το μέγιστο γεγονός που συγκλόνισε τον κόσμο στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. 

Η Ελληνική Επανάσταση άμεσα επόμενη της Γαλλικής υπήρξε από ορισμένες απόψεις πιο προχωρημένη απ' αυτή. Οι οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές μεταμορφώσεις που επέφερε είχαν ένα δριμύτερο σφρίγος, βαθειά ριζοσπαστικό σε σχέση με την 
Αγγλική επανάσταση στα 1648, την 
Αμερικάνικη επανάσταση για την ανεξαρτησία στα 1776 κι απ' αυτή ακόμη, τη μεγάλη 
Γαλλική Επανάσταση στα 1789-1793. 

Αυτή η τελευταία έδωσε μία αναμφισβήτητη ώθηση στις Ελληνικές επαναστατικές δυνάμεις της εποχής. Αλλά η Ελληνική επανάσταση ξεπέρασε σε ορισμένους τομείς, όπως στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, γενικότερα στο δημόσιο δίκαιο, καθώς και στα δικαιώματα της γυναίκας, την Γαλλική Επανάσταση. 

Το γεγονός δεν είναι "καταπληκτικό": Την ερμηνεία του δεν πρέπει να την αναζητήσουμε στο "φυσικό χαρακτήρα των Ελλήνων". Χωρίς να υποτιμούμε τις ψυχολογικές και πνευματικές ιδιομορφίες του Ελληνικού λαού που οφείλονται στο φυσικό περιβάλλον και στην ιστορική αφύπνιση, ασύγκριτα προγενέστερη και πλουσιότερη σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς και άλλους λαούς, ρίχνουμε τους προβολείς της έρευνας στα κοινωνικά και πολιτικά αίτια που προκάλεσαν την Ελληνική Επανάσταση και τον ισχυρό ριζοσπαστικό της χαρακτήρα. 

 Η ιστορία και η φύση από μόνες τους δεν αρκούν να εξηγήσουν την οικονομική, πολιτική και πολιτιστική ανάπτυξη των λαών. Κι αυτές αποτελούν ορισμένες σταθερές, αλλά όχι τις κινητήριες δυνάμεις της Επανάστασης. Συμβάλλουν στην πραγμάτωση των ιδιομορφιών αλλ' όχι των μεγάλων ιστορικών νόμων. Έτσι τη ριζοσπαστικότητα και τη δυναμική της Ελληνικής Επανάστασης θα μπορούσαμε κατά κύριο λόγο να την αποδώσουμε στη λειτουργία του ιστορικού κοινωνικού νόμου της ανισομερής και συνδυασμένης ανάπτυξης, οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής, πολιτικής και πνευματικής, του Ελληνικού λαού στο 18ο και στις αρχές του 19ου αιώνα.., 

 Η Ελλάδα όφειλε να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο πήδημα προς τα εμπρός, μέσα στις συνθήκες ενός ασιατικού κράτους, καθυστερημένου, χαρακτηριζόμενου, εκτός από τ' άλλα, και με άνιση ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων από τη μία περιοχή στην άλλη, μέσα σε συνθήκες συνύπαρξης των αστικών στρωμάτων των πιο πλούσιων και προνομιούχων δίπλα στην Οθωμανική γραφειοκρατία, την παλιά βυζαντινή αριστοκρατία (ήδη αφομοιωμένη από την ανώτατη αστική τάξη, την αριστοκρατία του χρήματος, και συγχωνευμένη με την ανώτερη ιεραρχία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας), μέσα σε συνθήκες ενός διεθνούς καθεστώτος αντιδραστικού κι αντεπαναστατικού επιβληθέντος από την Ιερή Συμμαχία, που είχε κηρυχθεί εχθρική σε κάθε δημοκρατική και Εθνική Επανάσταση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. 

 Η Ελληνική Επανάσταση έπρεπε ν' αγωνισθεί γιγάντια για να σαρώσει όλο αυτό το τερατώδες σύμπλεγμα των δύο δεσποτισμών, του ανατολικού και του ευρωπαϊκού, και ταυτόχρονα ν' αντιμετωπίσει την αντεπαναστατική πολιτική και την εχθρότητα των κυβερνήσεων από εκείνη της Τσαρικής Ρωσίας μέχρι της Γαλλίας των Βουρβώνων και της Βικτωριανής Αγγλίας και φυσικά της Αυστρίας του Μέτερνιχ καθώς και την εχθρότητα των θρησκευτικών εξουσιών των Πατριαρχών της Κωνσταντινούπολης και της Αλεξάνδρειας και τη βαθιά αντεπαναστατική σκοταδιστική πολιτική του Πάπα της Ρώμης. 

Ο Ρηγας και η αμεση δημοκρατια

Γι αυτό, η Επανάσταση, ήταν υποχρεωμένη από το ξεκίνημα της να έχει ένα χαρακτήρα παμβαλκανικό και διεθνιστικό. Η ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική καταγωγή της βρίσκεται στην πολιτική εργασία, την παράνομη οργάνωση και το πρόγραμμα του Ρήγα Φεραίου. Η οργάνωση του είχε το τίτλο η «Εταιρεία των Φίλων». Το πρόγραμμα της συνίσταται στην προπαρασκευή της ίδρυσης της «Ελληνικής Δημοκρατίας». Αυτό το διαπιστώνουμε με το Σύνταγμα που έχει προτείνει. 

 Πρόκειται για την Πολιτεία που έπρεπε να είναι ταυτόχρονα Δημοκρατική και Ελληνική από την άποψη των αξιών, παμβαλκανική και ανεξίθρησκη από την άποψη των εδαφικών ορίων, των εθνικοτήτων και των θρησκευτικών δογμάτων που θα συνέθεταν αυτή την Πολιτεία, περιλαμβανόμενου και του Τουρκικού λαού ο οποίος επίσης, υφίστατο την εκμετάλλευση της γραφειοκρατικής τάξης και όλων των προνομιούχων τάξεων της Οθωμανικής κοινωνίας και του κράτους. (Τίτλος πρώτος, εισαγωγική διακήρυξη, άρθρο 3 της διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Άρθρο 4, παράγραφοι, α', β' και γ' και άρθρο 7 του Συντάγματος του Ρήγα). 

 Πρόκειται για μία Πολιτεία της οποίας τα πολιτικά θεμέλια είναι η «λαϊκή κυριαρχία». Δεν επαναπαύεται αφελώς σε μία αντιπροσωπευτική Δημοκρατία αλλά προωθεί ένα πρώτο σκίτσο μιας άμεσης Δημοκρατίας. Η «λαϊκή κυριαρχία» στο σύνταγμα του Ρήγα δεν συνιστά μία αφηρημένη έννοια όπως π.χ. η «εθνική κυριαρχία» αλλά προσδιορίστηκε συγκεκριμένα με τη χρησιμοποίηση της έννοιας «όλων των κατοίκων» της χώρας και όχι αποκλειστικά των «πολιτών». Αυτός ο κυρίαρχος λαός μπορεί ν' αποφασίσει για όλα τα πράγματα χωρίς εμπόδια. Η κυριαρχία του είναι απεριόριστη: (Άρθρο 25 της διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και άρθρο 7 του Συντάγματος). 

 Η «λαϊκή κυριαρχία» έτσι συγκεκριμενοποιημένη συνεπάγεται πολυπληθείς εφαρμογές που συνιστούν εξ' ίσου τα πρώτα θεμέλια της άμεσης Δημοκρατίας. Η έννοια του «πολίτη» ταυτίστηκε με την συγκεκριμένη πραγματικότητα του κοινωνικού ανθρώπου, (ανδρών και γυναικών, ιθαγενών και «ξένων»), που έχοντας συμπληρώσει το 21 έτος της ηλικίας έχει αυτόματα αποκτήσει την ιδιότητα και τα δικαιώματα του πολίτη (άρθρο 4 του Συντάγματος). Αυτός ο πολίτης έχει ισότιμο δικαίωμα να συνδράμει στην εγκαθίδρυση. του νόμου και στο διορισμό λειτουργών, των βουλευτών και των εντολοδόχων του Έθνους. (Αρθ. 29 της Διακήρυξης, άρθρα 610 του Συντάγματος). 

Αυτός ο πολίτης μπορεί να είναι αποδεκτός στις δημόσιες απασχολήσεις και είναι κάθε στιγμή ανακλητός εάν δεν είναι ικανός ή δεν έχει τις ηθικές ιδιότητες, τις κοινωνικά αναγνωρισμένες και κοινά αποδεκτές (αρθ. 5 της Διακήρυξης, αρθ. 28 του Συντάγματος). 

Ιδρύει, έτσι, την πολιτική ισότητα και την διακηρύσσει σαν το πρώτο "φυσικό δικαίωμα" του ανθρώπου (άρθρα 2 και 3 της Διακήρυξης). 

 Αλλά ο Ρήγας δεν άγγιξε την οικονομική ανισότητα: Όντας οπαδός του Ζ.Ζ. Ρουσώ και έχοντας προσχωρήσει στην ιδεολογία της Γαλλικής Επανάστασης δεν μπορεί ακόμα να φτάσει σε μία κοινωνιολογική ανάλυση του κοινωνικού προβλήματος. 

 Ο Ρήγας και η κοινωνική πολιτική

 Γι αυτό αρκείται να διακηρύσσει ότι ο νόμος θα είναι ο ίδιος για τους πλούσιους και τους φτωχούς. Αυτή η οικονομική ανισότητα στηρίζεται σε δύο θεμέλια: 1ο: Στην ιδιωτική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, το απαραβίαστο της και στο κληρονομικό δικαίωμα (άρθρα 2 και 19 παραγρ. 1 της Διακήρυξης).

 Όμως, κατ' απόκλιση από την απόλυτη εφαρμογή της αρχής της ιδιωτικής ιδιοκτησίας αναγνωρίζει στο κράτος το δικαίωμα επέμβασης στον ιδιωτικό τομέα για εξυπηρέτηση σκοπών δημόσιας ωφέλειας (αρθρ. 19, παρ. 2 της Διακήρυξης), και εδώ υπογραμμίζουμε την πολιτική μεγαλοφυία του Ρήγα. 

 Ήδη από το 2ο μισό του 18ου αιώνα προβλέπει και θεσμοθετεί τα θεμέλια του κοινωνικού κράτους. Διαπιστώνει έκτοτε την αντίθεση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας προς τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου και εξοπλίζει την Δημοκρατική Πολιτεία ως πολιτικό και οργανωτικό φορέα του κοινωνικού συμφέροντος, με το δικαίωμα της επέμβασης στην ιδιωτική ιδιοκτησία υπέρ του κοινωνικού συμφέροντος. Οι θεσμοθετήσεις αυτές άρχισαν να γίνονται γνωστές στα περισσότερα βιομηχανικά κράτη της Ευρώπης μόλις κατά τη 4η δεκαετία του 20ού αιώνα, ενώ το νέο ελληνικό κράτος εγκαθιδρύει το κοινωνικό κράτος με το Δημοκρατικό κίνημα του 1909 και με τις κυβερνήσεις Βενιζέλου Καφαντάρη των ετών 1910-1914. Υπό το φως της μεγαλοφυούς προοπτικής αλλά και θεσμοθέτησης του κράτους της κοινωνικής πολιτικής από τον Ρήγα, οι σημερινές κραυγές του νεοφιλελευθερισμού φαντάζουν σαν βρυχιθμοί παλιμβαρβάρων. 

 2ο: Στη μισθωτή εργασία: 
Ο Ρήγας διακηρύσσει την κατάργηση της δουλείας και της δουλοπαροικίας, διεκδικεί την ελευθερία και την πολιτική ισότητα των εργαζομένων ως πολιτών, αλλ' απαιτεί την πειθαρχία τους στους εργοδότες κατά την διάρκεια της εργασίας (αρθ. 18 της Διακήρυξης), Ιδιωτική ιδιοκτησία στο έδαφος και στα μέσα παραγωγής και μισθωτή εργασία. Αυτά είναι τα δύο θεμέλια της Αστικής Δημοκρατίας διακηρυγμένης κι επιδιωκόμενης στην επαναστατική περίοδο της Εθνικής Δημοκρατικής Επανάστασης υπό την πολιτική διεύθυνση της νέας επαναστατικής αστικής τάξης στην Ελλάδα. Όλα τ' άλλα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη διακηρύχτηκαν και θεμελιώθηκαν επίσημα στο Σύνταγμα του Ρήγα. Τα ιδεολογικά θεμέλια αυτών των δικαιωμάτων είναι η θεωρία του "φυσικού δικαίου" που προσφέρει την θεωρητική βάση της ελευθερίας. Διότι "η ελευθερία δίνει στον άνθρωπο την δυνατότητα να πραγματοποιεί κάθε τι που δεν θίγει τα δικαιώματα των γειτόνων του". Έχει σα βάση τη φύση, διότι το να ζει κανείς σε κατάσταση ελευθερίας αποτελεί φυσική έμπνευση. Ο κανόνας της είναι η δικαιοσύνη, διότι αξιόλογη είναι η δίκαιη ελευθερία. Έχει σαν εγγύηση το νόμο ο οποίος προσδιορίζει τα ηθικά όρια της ελευθερίας. "Μη κάνεις στον άλλο αυτό που δεν θα ήθελες να σου κάνουν οι άλλοι" (αρθ. 6 της Διακήρυξης).

Η επίδραση της Ελληνικής Φιλοσοφίας, της ιδεολογίας του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, και ιδιαίτερα του "φυσικού δικαίου" στο πολιτικό έργο του Ρήγα, είναι αναμφισβήτητη. Η ιδεολογική και πολιτική συγγένεια με την Γαλλική Επανάσταση είναι έκδηλη. 

 Μ' όλα ταύτα επισημαίνουμε μερικά σημεία που συνιστούν ξεπέρασμα της αντιπροσωπευτικής κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, της αστικής Ευρωπαϊκής μορφής και που είναι εξ' ίσου ένα πρώτο σχεδίασμα μιας δημοκρατίας θεμελιωμένης στην άμεση εξουσία όλων των πολιτών. 

 Πρώτο: Σε απόλυτη συμμόρφωση με τη Δημοκρατική αρχή και σα συνέπεια του σφρίγους της, το Σύνταγμα αφιερώνει το δικαίωμα στον πολίτη ν' αντιστέκεται όταν τον καταπιέζουν, (άρθρο 33 της Διακήρυξης) και το δικαίωμα και το καθήκον του λαού να επαναστατεί όταν η κυβέρνηση παραβιάζει τα δικαιώματα του (άρθρο 35 της Διακήρυξης, παρ. 1). 

 Οφείλουμ' εδώ να υπογραμμίσουμε ότι ο Ρήγας δεν επαναπαύεται σε μία απλή υιοθέτηση του άρθρου 35 της αντίστοιχης Γαλλικής Διακήρυξης του 1973, αλλά προσθέτει: "Αλλά εάν βρεθούν σ' ένα περιβάλλον όπου οι τύραννοι είναι πολλοί, οι πιο γενναίοι από τους πατριώτες που αγαπούν την ελευθερία οφείλουν να καταλάβουν τα περάσματα των δρόμων και τα διάσελα μέχρις ότου αυξηθούν σε αριθμό. Τότε αρχίζουν τον αγώνα κατά των τυράννων" (άρθρο 35, παρ. 2 της Διακήρυξης). 

Εδώ διαπιστώνουμε ειδικότερα τα εξής: 1ο, ότι με την διάταξη αυτή θεμελιώνεται δικαίωμα και καθήκον ένοπλης εξέγερσης, όλων των πολιτών εναντίον της μειοψηφίας εκείνης που θα ασκούσε δικτατορικά την εξουσία και γενικά σε κάθε περίπτωση που θα καταλύονταν οι δημοκρατικοί θεσμοί από οποιονδήποτε, και για οποιοδήποτε πρόσχημα. 

 Εδώ διαπιστώνουμε ότι βρίσκεται σε απόλυτη συνέχεια και συνέπεια προς το ψήφισμα της συνέλευσης του Δήμου της Αθηναϊκής Δημοκρατίας της χρονιάς του 524 πριν τη χρονολογία μας που ορίζει: "Αν κάποιος καταλύει τη Δημοκρατία εις την Αθήνα, ή άρχει κάποιαν αρχήν, αφού κατελύθη το Δημοκρατικό πολίτευμα, να είναι εχθρός των Αθηναίων και να θανατώνεται χωρίς τιμωρίαν του φονέως, η δε περιουσία αυτού ν' ανήκει στο Δημόσιο και το ένα δέκατο στη θεά Αθηνά, εκείνος δε ο οποίος εφόνευσε εκείνον που διέπραξε ταύτα και ο συμβουλεύσας αυτόν να θεωρείται αναμάρτητος και αμόλυντος· να ορκισθούν δε όλοι οι Αθηναίοι θυσιάζοντες τέλεια σφάγια κατά φυλές και κατά δήμους, ότι θα φονεύσουν εκείνον που έπραξε ταύτα. 

Ο δε όρκος να είναι ο εξής: 
 - θα συντελέσω στην καταστροφή και με έργα και με λόγους και με την ψήφο μου, αν δύνομαι, εκείνου που θα καταλύσει την Δημοκρατία εις την Αθήνα. 

Και αν κάποιος καταλάβει κάποιο αξίωμα, ενώ έχει καταλυθεί η Δημοκρατία και αν κανείς επιχειρήσει να γίνει τύραννος ή βοηθήσει στην εγκατάσταση τυράννου, θα τον φονεύσω. 

Και αν κάποιος άλλος τον φονεύσει θα τον θεωρήσω αναμάρτητον προ των θεών και Δαιμόνων, διότι εφόνευσεν εχθρόν των Αθηναίων, και αφού πωλήσω ολόκληρον την περιουσία του φονευθέντος, θα δώσω τη μισή στον φονεύσαντα χωρίς να τον στερήσω τίποτε. 

Εάν δε κανείς, ενώ φονεύει κάποιον εκ τούτων (τύραννον) ή επιχειρεί να τον φονεύσει, φονευθεί θα εκδηλώσω προς αυτόν την ευγνωμοσύνην μου και προς τα τέκνα του, θα τους τιμήσω όπως τιμώ τον Αρμόδιον και τον Αριστογείτονα και τους απογόνους των. Τους όρκους δε που έχουν δοθεί εις τας Αθήνας, εις το στρατόπεδο ή οπουδήποτε αλλού εναντίον του λαού των Αθηναίων, τους καταργώ και ακυρώνω". 

 2ο. Δεν επιτρέπει περιθώρια για συμβιβασμούς ή συνεννοήσεις με τους δικτάτορες που καταλύουν τη Δημοκρατία, αλλ' αντίθετα η διάταξη στρέφεται και εναντίον εκείνων οι οποίοι προτείνουν συμβιβασμούς, συνεννοήσεις ή συνεργάζονται με τους τυράννους. 

3ο. Παρόμοια διάταξη ή ψήφισμα δεν βρίσκεται σε κανένα νεότερο ή σύγχρονο σύνταγμα της Ευρώπης, της Αμερικής, ούτε των λεγομένων "σοσιαλιστικών" κρατών ούτε φυσικά της "λαϊκής δημοκρατίας της Κίνας". Φυσικά: κανένα απ' αυτά τα συντάγματα δεν θεμελιώνουν ούτε θεσμοποιούν την άμεση Δημοκρατία από την οποία εμπνέεται το σύνταγμα του Ρήγα και στην οποία στηρίζεται το ψήφισμα της χρονιάς 524 πριν την χρονολογία μας της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. 

 4ο. Με τη διάταξη του άρθρου 35 παραγρ. 2 της διακήρυξης του Ρήγα αφαιρείται και το τελευταίο πρόσχημα νομικίστικου ή σοφιστικού χαρακτήρα που θα έθετε την αρχή της νομιμότητας σαν επιχείρημα για να εδραιώσει την κατάργηση της Δημοκρατικής αρχής. 

 Καταγράφουμε εδώ τις δύο αυτές αρχές: 
 α) Η αρχή της νομιμότητας (principe de la legalite) υποχρεώνει τον πολίτη να υπακούει στις αρχές και να υποτάσσεται στους νόμους και στις εξουσίες οποιοιδήποτε κι αν είν' αυτοί. Συνεπώς και στους νόμους της τυραννίας, της δικτατορίας, της ολιγαρχίας, ή της ξένης κατοχής. Θεμελιώθηκε από το Ρωμαϊκό δίκαιο, δηλαδή το δίκαιο της ολιγαρχίας, της δικτατορίας, της ιδιοκτησίας και της απολυταρχίας. Οι νομοδιδάσκαλοι της Ρωμαϊκής ολιγαρχίας και τυραννίας διεκήρυσσαν: duralex sed lex. Που σημαίνει ότι οφείλεται υπακοή και συμμόρφωση στους νόμους έστω κι αν αυτοί είναι άδικοι, απάνθρωποι, ολιγαρχικοί και τυραννικοί. Αυτό ήταν η ιδεολογική νομική θεμελίωση της ολιγαρχίας και της τυραννίας μέσα στην ίδια την Ρώμη, και του Ρωμαϊκού ιμπεριαλισμού κατάκτησης και σκλαβιάς σε βάρος πολλών άλλων λαών με σκοπό την ιδιοποίηση, από την Ρωμαϊκή δουλοκτητική ολιγαρχία, των πλουτοπαραγωγικών πηγών και της εργατικής δύναμης των άλλων χωρών. 

 Αυτή η ιδεολογική νομική αντίληψη της Ρωμαϊκής ολιγαρχίας και του Ρωμαϊκού ιμπεριαλισμού βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση με τις θεμελιώσεις της Ελληνικής φιλοσοφίας και των Ελληνικών Δημοκρατιών της αρχαιότητας σύμφωνα με τις οποίες ο κοινωνικός άνθρωπος είναι η ύψιστη αξία της δημοκρατικής πολιτείας, στην οποία πηγή και ζωντανός φορέας της εξουσίας είναι ο πολίτης και όχι το κράτος και τούτο διότι ανακαλύπτεται και θεμελιώνεται ο πολιτικός χαρακτήρας κάθε οργανωμένης κοινωνίας και η πολιτική φύση του κοινωνικού ανθρώπου. 

 β) Αντίθετα προς την αρχή της νομιμότητας και επάνω απ' αυτή τοποθετείται η δημοκρατική αρχή η οποία θεμελιωμένη από τις αρχαίες Ελληνικές δημοκρατίες και αναπτυσσόμενη θεωρητικά από την Ελληνική φιλοσοφία πέρασε κατ' ευθείαν κατά ένα περιορισμένο τρόπο στις πολιτικές και νομικές θεμελιώσεις της Γαλλικής Επανάστασης και κατά ένα ολοκληρωμένο τρόπο στη διακήρυξη και στη συνταγματική χάρτα του Ρήγα. 

Κατά την δημοκρατική αρχή, μοναδική πηγή και αποκλειστικός φορέας της εξουσίας είναι το σύνολο των πολιτών, ο δήμος ή ο λαός. Στηρίζεται στην πολιτικοποίηση, την υψηλή πολιτική και κοινωνική συνείδηση του κοινωνικού ανθρώπου σε απόλυτη αντίθεση με την άποψη του Max Weber και της σημερινής τεχνοκρατικής κοινωνιολογίας που ρίχνει τον πολίτη στο επίπεδο του εργαλείου της εργασίας και του βιολογικού κατοικίδιου, αφήνοντας του σα μοναδική διέξοδο την μυστικιστική, θρησκευτική, τεχνοκρατική ή ακόμα και βιολογικής μορφής αλλοτρίωση της κοινωνικής πολιτικής του συνείδησης και του πολιτικού του χαρακτήρα. 

 Οι πραγματοποιήσεις της Γαλλικής Επανάστασης, η ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική εργασία του Ρήγα και σε συνέχεια οι πραγματοποιήσεις της Ελληνικής Επανάστασης έθεσαν το ζήτημα της κοινωνικής πραγμάτωσης της δημοκρατικής αρχής, δηλαδή της δημοκρατικής οργάνωσης της πολιτείας και της αναγέννησης του κοινωνικού ανθρώπου σύμφωνα με την πολιτική του φύση. 

 Οι δημοκρατικές επαναστάσεις και ο Ρήγας το έθεσαν. Αλλά δεν το έλυσαν. Διότι η άνοδος της αστικής τάξης στην εξουσία που υπήρξε το ιστορικό αποτέλεσμα των δημοκρατικών επαναστάσεων των Που, 18ου και των αρχών του 19ου αιώνων είχε σα συνέπεια την ματαίωση της πραγμάτωσης της δημοκρατικής αρχής και της κοινωνικοποίησης της εξουσίας που αυτή συνεπάγεται. 

 Εντελώς αντίθετα προς την πολιτική θέληση των αβράκωτων και των ραγιάδων, δηλαδή των πληβείων της εποχής, η αστική τάξη ιδιοποιήθηκε ταξικά την εξουσία και μέσα από τα διάφορα θερμιδώρ, τους βοναπαρτισμούς και τις δικτατορίες επέβαλε την δική της ταξική δικτατορία και την πολιτική κυριαρχία, εμπεδώνοντας την εκμεταλλευτική σχέση του κεφαλαίου επί της μισθωτής εργασίας και οικοδομώντας ένα κράτος βαθιά αντιδημοκρατικό, συγκεντρωτικό και γραφειοκρατικό στην υπηρεσία της συσσώρευσης του κεφαλαίου, θεμέλιο της νομικής ιδεολογίας αυτού του κράτους υπήρξεν η αρχή της νομιμότητας που υψώθηκε από την κυρίαρχη αστική ιδεολογία στο επίπεδο της θεοποίησης κι έλαβε την θέση της στο πάνθεο των νομικών ιδεών όπου εδέσποσεν ο νέος κυρίαρχος θεός, το υπέρτατον ον, δηλ. το κεφάλαιο και το χρήμα.

 Όμως οι μεγαλοφυείς θεμελιώσεις του Ρήγα, αποτελούν και θα αποτελούν εσαεί πηγή έμπνευσης και δεξαμενή ιδεών για τους επερχόμενους αγώνες των λαών εναντίον της σημερινής στιγνής ολιγαρχίας: της κεφαλαιοκρατίας. 

 του Θεόδωρου Γ. Σταυρόπουλου 

Όσο διαβάζει κανείς την ιστορία τόσο νιώθει να τον κυριεύει μια αγανάκτηση. 
Τα παρακάτω στοιχεία από το βιβλίο της “Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους” (Εκδοτική τ. ΙΑ΄).  
Η προκήρυξη του Τσάρου που τον Οκτώβριο του 1798, έστειλε στους υπόδουλους Έλληνες. 


«Ο Θεός εξέλεξε τον ισχυρό βραχίονα της Ρωσίας, να διασώσει τους Ορθόδοξους της Πίστης από τον κίνδυνον. Ρωσία και Τουρκία αδελφωμένες, αποστέλλουν ισχυρές δυνάμεις κατά των εχθρών της πίστεως, κατά των Γάλλων. 
»Οι βδελυροί εχθροί - οι Γάλλοι- διέγειραν σε αποστασίαν τους λαούς κατά των νομίμων κυριάρχων, προξένησαν σφαγές και βεβηλώσεις και λεηλασίες χωρών. 
»Η παράλυτος ιδέα της Ελευθερίας ισοτιμίας και αρετής, 
ήτις επισκοτίζει τη δικαιοσύνη του Θεού, παρέσυρε τους λαούς εις το βάραθρον». 
Και απευθυνόμενος με άλλη επιστολή στον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, γράφει. 
«Συ ο Πατριάρχης των Ρωμαίων Κωνσταντινούπολεως, 
δήλου όντος ότι καθ΄ό πατριάρχης έχεις εντελή πρόνοιαν και να φροντίζεις αδιαλείπτως, εις το να συνάγης μέσα περιποιητικά της ευταξίας του μιλετίου σου
(= του ποιμνίου σου, της φυλής σου), και να μη λείπης με συμβουλάς και παραινέσεις, να διδάσκεις πάντας τους βασιλικούς ραγιάδες τα της υπακοής τα χρέη, 
...δια δε τους τη υψηλή τη θέλήσει ενάντια πράττοντες, 
να μας δηλοποιείς περί της παιδείας των (τιμωρίας των κ.λ.π…».
Η “υπακοή”, που υπέδειξε διαβιβαστικά στο πατριαρχείο και πώς τη δέχτηκε το τελευταίο. 
Είναι όμως βέβαιο ότι ο Πατριάρχης βρισκόνταν σε πολύ δυσχερή θέση καθώς ακόμη είχε ζωντανή την εικόνα, την ανάμνηση των φοβερών αντιποίνων που είχαν επακολουθήσει τα Ορλωφικά και το “δούλεμα” 
που έκανε στους αγωνιστές Μανιάτες, η τσαρική αυλή... 

Εκείνο πάντως που κάνει εντύπωση, είναι το διεθνές κλίμα,
κάτω από το οποίο ένας Ρήγας Βελεστινλής που τον είπαν και Φεραίο, σήκωσε κεφάλι και σκέφτηκε να συμμαζέψει τους υπόδουλους βαλκανικούς λαούς κάτω από το λάβαρό του. 
Μόνος μέσα σε ένα περιβάλλον απόλυτα εχθρικό, αγωνίζεται, 
γράφει, τραγουδά, κηρύσσει, την διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, συλλαμβάνεται για τις ιδέες του και πεθαίνει σε βασανιστήρια μαζί με τους στενούς του συνεργάτες Ευστράτιο Αργέντη και Αντώνιο Κορωνιό από τη Χίο τον Δημήτριο Νικολίδη από τα Γιάννενα,
τον Θεοχάρη Τουρούντζια από τα Σιάτιστα, τους αδελφούς Ιωάννη και Παναγιώτη Εμμανουήλ από τη Λευκωσία,
ενώ ο συνεργάτης του Χριστόφορος Περαιβός καταφέρνει να διαφύγει τη σύλληψη. 


Με τρία του έργα, όταν πέρασε από τη λυρική στη μαχητική φάση του βίου του, αγωνίζεται για την επιδίωξη του σκοπού του: Τον Θούριο, την Χάρτα της Ελλάδας και το Σύνταγμα, που φέρει τον τίτλο “Νέα πολιτική Διοίκηση των κατοίκων της Ρούμελης, 
της Μικράς Ασίας, των νήσων της Μεσογείου και της Βλαχομπογδανίας”. 

Σαφώς καταφαίνεται, η αντιδιαστολή και η αντιπαράθεση προς το κράτος του γένους, που με συγκεντρωτικό χαρακτήρα, πρέσβευε και προωθούσε το οικουμενικό πατριαρχείο. 


Το κράτος αυτό ήταν μονοκρατικό, πολυεθνικό, συντηρητικό.


Το οραματιζόμενο ομόσπονδο κράτος του έθνους του Ρήγα με τις πολυάριθμες κοινότητες που έδιναν πλουραλιστικό χρώμα, είχε ένα ιδιόμορφο χαρακτήρα, μονοκρατικό, υπερεθνικό, δημοκρατικό. 


Με τον Θούριο επιδιώκει τη συνένωση όλων των ομάδων των λαών που συγκροτούν την οθωμανική αυτοκρατορία και τις καλεί σε ένα παλλαϊκό, σύσσωμο απελευθερωτικό αγώνα.
«Ως πότε παλικάρια θα ζούμε στα στενά», αναφωνεί.
 
Με τη “Χάρτα της Ελλάδας”, εκφράζεται στο γεωγραφικό επίπεδο του οράματός του που συμπεριλαμβάνει όλους τους βαλκανικούς λαούς. 


Και με το “Σύνταγμα” συμπληρώνει την πολυεθνικότητα της ιδέας του. 


Βασισμένο, στο Σύνταγμα του Έτους “1” της Γαλλικής Δημοκρατίας 1792 και 1793. 


Το Σύνταγμα του Ρήγα έχει 124 διατάξεις, ενώ η διακήρυξη του,που αναφέρεται στα ανθρώπινα δικαιώματα 35 άρθρα. 

Ο δεσποτισμός και η αποτίναξή του είναι ο άμεσος στόχος του.

Κάποια σημεία από τη Διακήρυξη και το Σύνταγμα:

Η ατομική ελευθερία -χωρίς την παραβίαση της ελευθερίας του γείτονα
-θεωρείται φυσικό δικαίωμα δηλαδή δικαίωμα δωρισμένο από την ίδια τη φύση και αναφαίρετο. 

Τα βασανιστήρια απαγορεύονται. 
Ολοι οι άνθρωποι, θεωρούνται αθώοι μέχρι της αποδείξεως του εναντίου, και μόνον όταν δια νομίμων διατάξεων διαδικασιών, καταλογίζεται η ενοχή τους.

Στον επαγγελματικό τομέα, το δικαίωμα συμμετοχής 
όλων και με πλήρη ελευθερία δράσης. 

Οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν ίσα δικαιώματα
και ίση συμμετοχή στις υποχρεώσεις στράτευσης και εθνικής άμυνας. 

Η ιεραρχία στο στρατό διατηρείται μόνο εν πολέμω. 
Εν ειρήνη ουδεμία διάκριση μεταξύ στρατιωτικού και πολίτη. 

Τα δημόσια και ιδιωτικά χρέη, πάνω από 5 χρόνια παραγράφονται, εφ΄όσον οι τόκοι καθ’ολόκληρη την πενταετία έχουν καταβληθεί εις το ακέραιον.

 
Η τοκογλυφία αποτελεί ποινικό αδίκημα. 

Το δικαίωμα εργασίας, παρέχεται εξ ίσου σε όλους ανεξαρτήτως και κατά προτίμηση στους μη προνομιούχους πολίτες. 


Η προστασία των αναπήρων πολέμου και λοιπών ανικάνων προς εργασία προβάλλεται από τα κύρια μελήματα. 

Η Δημόσια εκπαίδευση σε όλα τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια ισότιμα, παρέχεται και είναι υποχρεωτική και για τα πιο απομακρυσμένα χωριά, και γι όλες τις οικονομικές τάξεις. 

Καθολική σε ισότιμη βάση η ψηφοφορία και η λαϊκή συναίνεση απαραίτητη στην ψήφιση της νομοθεσίας. 

Και οι αντιπρόσωποι του λαού, θα έχουν ένα μόνο χρόνο θητείας και μετά από αυτόν, θα λογοδοτούν για τις πράξεις τους. 

Και το έσχατο δικαίωμα, έσχατο εχέγγυο της Ελευθερίας.


Αν η κυβέρνηση παραβιάζει και σφετερίζεται το δικαίωμα της ελευθερίας, ο λαός οφείλει να εξεγερθεί σύσσωμος σε επανάσταση. 

Δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να ακολουθούμε και τηρούμε πιστά τις ρήσεις των προγόνων, 
ούτε των αρχαίων, ούτε των πιο προσφάτων.
Μπορούμε όμως και έχομε υποχρέωση από την μελέτη αυτών, να συνάγομε συμπεράσματα για την καλύτερη αντιμετώπιση των καθ΄ημάς προβλημάτων.

 
Σ’ εμάς όμως συμβαίνει το εξής περίεργο. 
Οι ταγοί του έθνους δεν μελετούν ιστορία, δεν διαβάζουν· και αν διαβάσουν αποσιωπούν την ουσία μεταφέροντας τα ιδιοτελή τους συμπεράσματα στα προσωπικά τους συμφέροντα. 


Το ίδιο όμως πράττουν και οι ψηφοφόροι και των δύο φύλων. 


Έτσι όμως δεν πάμε μπροστά. 


Στο τέλμα που περπατάμε βουλιάζομε όλο και περισσότερο, ανεπιστρεπτί. 

γιάννης κορναράκης του μάνθου




Ο δημοκρατικός πατριωτισμός του Ρήγα


200 χρόνια από τη δολοφονία του επαναστάτη Βελεστινλή
Η προδοσία και ο στραγγαλισμός του Ρήγα στις 24 Ιουνίου 1798 «εστάθη του όλου των Ελλήνων έθνους η σωτηρία». Ηταν «ένας άσωτος και φαυλόβιος και φιλοκερδής κ' αισχροκερδής και φιλόδοξος». Το εγχείρημά του ήταν «ανόητο» και θα προξενούσε «βλάβην μεγαλωτάτην». Αυτά, και άλλα χειρότερα, έγραφε το 1811 ένας γιατρός από την Κοζάνη, ο Μιχαήλ Περδικάρης, στο έργο του «Ρήγας ή κατά ψευδοφιλελλήνων». Ενας μοναχός, ο Κύριλλος ο Πατρεύς, έγραφε: «Ο διεφθαρμένος τα φρένα Ρήγας (...) ος εκδούς εγκύκλια γράμματα διεγερτικά κατά των νυν τυράννων άνευ της του Χριστού ευδοκίας, κακώς ως κακός το ζην αποστέρηται, θοίνη προσήκουσα τοις τω ποταμώ Ιστρω ιχθύσι γενόμενος μετά των αυτού συνωμοτών και ύλη της αιωνίου κολάσεως». Καλώς δηλαδή έγινε τροφή για τα ψάρια του Δούναβη! Σε γράμμα ενός μητροπολίτη, το 1801, κατηγορούνται ο Ρήγας και οι σύντροφοί του διότι «εσκόπευον να κάμουν επαναστάσεις κατά του κραταιοτάτου Σουλτάνου· αλλ' ο μεγαλοδύναμος Θεός τούς επαίδευσε κατά τας πράξεις των με τον θάνατον οπού τους έπρεπε».
Αφού είχαν φτάσει τα νέα στην Κωνσταντινούπολη, για το μαρτυρικό θάνατο του Ρήγα, το Πατριαρχείο ανησυχούσε μήπως είχαν διαδοθεί τα επαναστατικά φυλλάδιά του. Ετσι, την 1η Δεκεμβρίου 1798 αποστέλλεται εγκύκλιος προς τους μητροπολίτες: «Συνέπεσεν εις χείρας ημών εν σύνταγμα (...) επιγραφόμενον Νέα πολιτική διοίκησις (...) και ανεμνήσθημεν του ποιμαντικού χρέους· και διά τούτο γράφομεν τη αρχιερωσύνη σου να επαγρυπνής εις όλα τα μέρη της επαρχίας σου με ακριβείς ερεύνας και εξετάσεις· όταν εμφανισθή τοιούτον σύνταγμα ως άνωθεν, εις τύπον ή χειρόγραφον, να συνάξης άπαντα τα διασπειρόμενα και να τα εξαποστείλης εις ημάς εν τάχει, μη επιμένων εις πλείονα (...)· ότι πλήρες υπάρχει σαθρότητος εκ των θολερών αυτού εννοιών τοις δόγμασι της ορθοδόξου ημών πίστεως εναντιούμενον».
Το 1798 ήταν μια χρονιά που κορυφώθηκε η διαμάχη των φυλλαδίων και των ιδεών, καθώς οι Γάλλοι, έχοντας καταλύσει τη Βενετική Δημοκρατία, τον προηγούμενο χρόνο, βρίσκονταν στα Επτάνησα, επομένως σε επαφή με τους Ελληνες στους οποίους κατηύθυναν την επαναστατική τους προπαγάνδα.
Στις 17 Ιουλίου 1797 ο Σουλτάνος έστειλε εντολή στον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε' στην οποία του ζητούσε «να διδάσκη πάντας τους βασιλικούς ραγιάδες τα της υπακοής των χρέη» και να καταδίδει «τους εναντία πράττοντας» ώστε να τιμωρηθούν. Τον ίδιο μήνα ο Πατριάρχης εξέδωσε μιαν «Απανταχούσα»: «Ουκ επαυσάμεθα ποτέ, εξ ότου διεσπάρη η γαλλική εκείνη λύμη, από του να γράφωμεν και να συμβουλεύωμεν παντί τω χριστωνύμω ημών πληρώματι (...) οπού να μην τύχη τις των πιστών και ορθοδόξων χριστιανών απατηθή, εξ αβουλίας ή απροσεξίας, και δελεασθή με το σατανικόν εκείνο δελέασμα οπού υποκεκρυμμένως και δολίως προτείνουσι τω ονόματι της ελευθερίας». Τον Σεπτέμβριο του 1798 η πατριαρχική προκήρυξη προς τους Επτανησίους έγραφε: «Ο πονηρός και αρχέκακος όφις, αφού δολίως επλάνεσε την ανθρωπότητα, (...) επινοήσας το γένος των Γάλλων δεκτικώτερον της πονηρίας, έχυσεν δαψιλώς εις τας ψυχάς αυτών τον ιόν της αποστασίας».
Την ίδια χρονιά, το πατριαρχικό τυπογραφείο εξέδωσε τη «Χριστιανική Απολογία» (ανώνυμο έργο το οποίο αποδίδεται στον μοναχό Αθανάσιο τον Πάριο). Μερικές χαρακτηριστικές φράσεις: Ο Θεός «ύψωσε την βασιλείαν αυτήν των Οθωμανών περισσότερον από κάθε άλλην, διά να αποδείξη αναμφιβόλως ότι θείω εγένετο βουλήματι». «Αδελφοί, μη πλανηθείτε (...) κλείσατε τα αυτιά σας και μη δώσετε καμμίαν ακρόασιν εις ταύτας τας νεοφανείς ελπίδας της ελευθερίας (...) Φυλάξατε στερεάν την πατροπαράδοτόν σας πίστιν και, ως οπαδοί του Ιησού Χριστού, απαρασάλευτον την υποταγήν εις την πολιτικήν διοίκησιν». Ο ίδιος αυτός ο Πάριος διέδιδε τερατώδεις φήμες για τη Γαλλική Επανάσταση. Οι «άθεοι» Γάλλοι «μητρογαμούσι και θυγατρογαμούσι και αδελφογαμούσιν ανυποστόλως και αδεώς οι σοφώτατοι». Την ίδια χρονιά ο Κοραής απάντησε γράφοντας την «Αδελφική Διδασκαλία», στην οποία χαρακτήριζε το φυλλάδιο του Πατριαρχείου ως «μωρά και αντίθεος διδασκαλία».
Η γλώσσα του πατριωτισμού
Αυτή η διαμάχη είχε τις συγκυριακές της αιτίες, αποτελούσε όμως μια δομική διαμάχη ιδεών και στάσεων. Σημαδεύει το αργοπορημένο τέλος του μεσαιωνικού κόσμου και της παιδείας του. «Οι Πλάτωνες και οι Αριστοτέλεις, οι Νεύτωνες και οι Καρτέσιοι, τα τρίγωνα και οι λογάριθμοι φέρουσιν αδιαφορίαν εις τα θεία». Η διαμάχη αυτή σημαδεύει το τέλος της εσχατολογικής αντίληψης της ιστορίας. Οι Ελληνες, όπως και οι Εβραίοι, έχασαν το «αυτοδέσποτον» (δηλαδή την ανεξαρτησία τους) «διότι παρά τω Θεώ, του ιδίου εγκλήματος εσμέν ένοχοι». Η νέα αντίληψη για το έθνος και την πολιτική του ανεξαρτησία απαιτούσε να ξεπεραστεί αυτή η εσχατολογική αντίληψη, της οποίας φορέας ήταν η Εκκλησία, και να ανανεωθεί ολόκληρο το νοητικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα μπορούσε να συγκροτηθεί το έθνος. Αυτή την πλήρη αναδιοργάνωση των νοητικών προϋποθέσεων επιχείρησε ο ελληνικός Διαφωτισμός, ο οποίος τόσο διασύρεται στις μέρες μας, και προπαντός ο Ρήγας και ο Κοραής. Από αυτή την άποψη, τα κείμενά τους αποτελούν καταστατικά κείμενα του έθνους όπως η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη στη Γαλλία, η αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, τα γραπτά του Ματσίνι και του Μαντσόνι στην Ιταλία, του Γκάντι στην Ινδία, του Κεμάλ στην Τουρκία. Αποτελούν δηλαδή εκείνα τα καταστατικά κείμενα τα οποία περιβάλλονται με κύρος από την εθνική ιδεολογία και τα οποία αποτελούν αντικείμενο ερμηνείας και επανερμηνείας αναφορικά με την πολιτική ηθική, την καλλιέργεια των δημόσιων αρετών και του πατριωτισμού. Πρόκειται για τα κείμενα που δημιουργούν τη γλώσσα του πατριωτισμού σε κάθε χώρα.
Στην Ελλάδα όμως ούτε τα κείμενα του Ρήγα ούτε του Κοραή είχαν μια παρόμοια τύχη. Δεν δημιουργήθηκε δηλαδή ένα corpus εθνικών κειμένων το οποίο μέσα από τη σχολική εκπαίδευση, τις χρηστικές εκδόσεις, τις συχνές αναφορές στο δημόσιο λόγο θα δημιουργούσε έναν εθνικό κανόνα. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η ελληνική εθνική ιδεολογία στερείται «κανόνα», αλλά αυτός ο κανόνας αφορά την κωδικοποίηση της αφήγησης του εθνικού παρελθόντος Αρχαιότητα - Βυζάντιο - Νέος Ελληνισμός. Το περιεχόμενο αυτού του κανόνα αφορά εθνοτικά, εθνοπολιτισμικά χαρακτηριστικά και όχι πολιτικά χαρακτηριστικά. Με αυτή την έννοια, η δημιουργία του ελληνικού εθνικού κράτους έχει αποκαθαρθεί από το στοιχείο της πολιτικής, η οποία άλλωστε αποδίδεται με αρνητικά χαρακτηριστικά: «η διχόνοια».
Συνέπεια αυτού του πολιτικού καθαρισμού ήταν ότι το έργο του Ρήγα, ως έργο κατεξοχήν πολιτικό, υπέστη μια δραστική επιλογή. Ενσωματώθηκε στην εθνική ιδεολογία στο μέτρο που αφορά τις εθνεγερτικές του διαστάσεις, δηλαδή εκείνο το μέρος το οποίο άλλωστε έχει κατ' εξοχήν συναισθηματικό, εκλαϊκευτικό και μυθοποιητικό χαρακτήρα: ο Θούριος. Η επιλεκτική ενσωμάτωση μόνο του έμμετρου μέρους του έργου του Ρήγα μάς παραπέμπει στο εξής ζήτημα: ο ελληνικός εθνικός κανόνας, στην κειμενική του διάσταση, αποτελείται κυρίως από ποιητικά κείμενα. Και βεβαίως η ελλειπτική γλώσσα της ποίησης και η ευκολία αποσπασματικής παράθεσης είναι πιο εύπλαστη σε ερμηνείες. Ελάχιστα έχει προβληθεί ο ριζοσπαστικός δημοκρατισμός του συντάγματος του Ρήγα.
Αμεση δημοκρατία και ανεξιθρησκία
Ο Ρήγας στο σύνταγμά του προβάλλει έναν τύπο άμεσης δημοκρατίας ρουσοϊκής έμπνευσης. Τα κύτταρα της Δημοκρατίας του είναι οι τοπικές «συναθροίσεις» των πολιτών. Καμία θέση για επικρατούσα θρησκεία δεν υπάρχει στο σύνταγμά του. Ούτε λέξη για Ορθοδοξία. Η «Ελληνική Δημοκρατία (...) δεν θεωρεί τας διαφοράς των λατρειών με εχθρικόν μάτι». Ως εκεί. «Ο αυτοκράτωρ λαός είναι όλοι οι κάτοικοι του βασιλείου τούτου, χωρίς εξαίρεσιν θρησκείας και διαλέκτου, Ελληνες, Βούλγαροι, Αλβανοί, Βλάχοι, Αρμένηδες, Τούρκοι και κάθε άλλο είδος γενεάς». Το σύνταγμα έχει κοινωνικές διαστάσεις: σεισάχθεια αγροτικών χρεών. Εξισωτικά ιδεώδη στο στρατό: δεν επιτρέπεται διάκριση αξιωματικών και οπλιτών σε καιρό ειρήνης. Οι πολίτες για τις διαφορές τους εκλέγουν κριτές και σε κάθε χωριό αυτοί που απονέμουν δικαιοσύνη εκλέγονται. Ακόμη και τα μέλη του ανωτάτου δικαστηρίου (Καθαιρετικόν Κριτήριον) εκλέγονται με ετήσια θητεία. Προβλέπεται δημόσια εκπαίδευση για αγόρια και κορίτσια. Εξασφαλίζεται το πολιτικό άσυλο: «Δέχονται όλους τους αδικημένους ξένους και όλους τους εξωρισμένους από την πατρίδα των δι' αιτίαν της Ελευθερίας». Το Σύνταγμα του Ρήγα στηρίζεται σε μια ριζοσπαστική κοινωνική κριτική της ελληνικής κοινωνίας, την οποία ξαναβρίσκουμε αργότερα στο «Ρωσσοαγγλογάλλο» και στην «Ελληνική Νομαρχία».
Η κριτική αυτή, αρκετά συγκεκριμένη, εξηγεί την απουσία των πολιτικών κειμένων του Ρήγα από το εθνικό corpus. Αν και στις μελέτες που τονίζουν τον κατασκευασμένο χαρακτήρα της εθνικής ιδεολογίας η διάκριση ανάμεσα στον δημοκρατικό πατριωτισμό και στον εθνικισμό τείνει να εξαφανιστεί, και τα δυο ρεύματα ανήκουν σε μια παράδοση η οποία στην ιστορία της πολιτικής σκέψης εμφανίζεται διαφοροποιημένη. Ο πατριωτισμός στους νεότερους χρόνους εμφανίζεται ως μια παράδοση αφοσίωσης στην respublica, στα κοινά αγαθά, στην απόλαυση της κοινής ελευθερίας. Από την αναγεννησιακή πόλη, στην αγγλική, στην αμερικανική και στη γαλλική επανάσταση, η παράδοση αυτή δημιουργεί μια γλώσσα που υποστηρίζει μια δέσμη αισθημάτων που αφορά τον δημοκρατικό πατριωτισμό. Αξονάς της δηλαδή είναι η κοινότητα των πολιτών που συγκροτείται από την αυτόνομη δράση τους.
Το έργο του Ρήγα εμπνέεται κατ' εξοχήν από αυτό τον τύπο του δημοκρατικού πατριωτισμού. Η βάση των αισθημάτων είναι η εναντίωση στην τυραννία και η αφοσίωση στην ελευθερία με βάση τη θεωρία του φυσικού δικαίου. Επομένως τα αισθήματα αυτά σχηματίζονται ανεξάρτητα από τη φυλή και τη θρησκεία στην οποία ανήκει ο καθένας. Η φυλή και η θρησκεία, ως χαρακτηριστικά που προσκτώνται από τον πολιτισμό, θεωρούνται τεχνητά χαρακτηριστικά, υποδεέστερα των φυσικών σύμφωνα με τη θεωρία αυτή. Κατά συνέπεια δεν είναι αυτά που καθορίζουν την αγάπη προς την πατρίδα.
Υποβάθμιση της πολιτικής δράσης
Το ζήτημα όμως είναι ποια ήταν η κοινωνική βάση αυτού του δημοκρατικού πατριωτισμού στα Βαλκάνια. Αν στη Δύση πυρήνας αυτού του συναισθήματος ήταν οι πόλεις, μέσα από την αντίθεσή τους και την οριοθέτησή τους απέναντι στις αυτοκρατορίες και στις εδαφικές κυριαρχίες, δηλαδή μέσα από τη συγκρότηση της κοινότητας, στην Ανατολή η κατάσταση ήταν αρκετά διαφορετική, γιατί οι πόλεις ήταν συνενώσεις διαφορετικών εθνικοθρησκευτικών κοινοτήτων, χωρίς αποσαφηνισμένη πολιτική προσωπικότητα. Επομένως δεν υπήρχε μια διαδεδομένη υποκειμενικότητα με βάση την αφοσίωση των πολιτών στον οργανωμένο κοινό τους χώρο.
Από την άλλη μεριά, οι εθνικές κοινότητες μέσα στο οθωμανικό πλαίσιο βρίσκονταν σε διασπορά. Επομένως το αίσθημα που θα μπορούσε να θρέψει την ιδεολογική αφοσίωση στηριζόταν περισσότερο στην κοινή πολιτισμική συνάφεια παρά στην κοινή πολιτική δράση. Κατά συνέπεια, ο τύπος της εθνικής ιδεολογίας θα μπορούσε να έχει ως άξονα τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, την ιδέα της κοινής καταγωγής, παρά του δημοκρατικού πατριωτισμού και της πολιτικής ιδεολογίας.
Μετά την επανάσταση, ο τύπος αυτός της ιδεολογίας δεν βρήκε ανταπόκριση, γιατί από την ελληνική κοινωνία έλειψε αυτό το ρεύμα της ριζοσπαστικής δημοκρατίας. Τα λαϊκά στρώματα από την Επανάσταση κράτησαν την αφοσίωση στη μυθική εικόνα του Καποδίστρια, με άξονα τη «δικαιοσύνη» αλλά και την αυταρχία απέναντι στον κοινοβουλευτισμό των κυρίαρχων ελίτ. Εξάλλου ο αλυτρωτισμός και η συνείδηση ότι το απελευθερωμένο κράτος ήταν ανολοκλήρωτο, ενίσχυε τις εθνοτικές, όχι τις πολιτικές συντεταγμένες της εθνικής ιδεολογίας. Οταν εμφανίστηκε το σοσιαλιστικό κίνημα, η εικόνα του Ρήγα αναβαθμίστηκε, αλλά η γλώσσα του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα, και κυρίως μετά τη ρωσική επανάσταση, ήταν η γλώσσα του διεθνισμού και όχι του δημοκρατικού πατριωτισμού. Επομένως ο Ρήγας δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως πηγή έμπνευσης και νομιμοποίησης της Αριστεράς μέσα στην εθνική ιδεολογία. Η αριστερή ιδεολογία δηλαδή δεν μπόρεσε να εμφανιστεί ως η ριζοσπαστική εκδοχή της ελληνικής εθνικής ιδεολογίας με κείμενο αναφοράς το Ρήγα.
Ενα συνεπαγόμενο αυτής της υποβάθμισης του πολιτικού στην συγκρότηση του εθνικού κράτους είναι η υποβάθμιση της ίδιας της συγκρότησης της ελληνικής πολιτείας, ως της γενέθλιας πράξης του νέου ελληνικού έθνους. Αυτή η υποβάθμιση είναι ιδιαίτερα έντονη σήμερα. Το πολιτικό προσωπικό, οι πολιτειακοί και οι πολιτικοί παράγοντες στέκουν αμήχανοι ανάμεσα στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και στον εθνικισμό της ιδεολογίας. Το κενό ιδεολογίας τείνει να το καταλάβει μια εθνικοθρησκευτική ρητορεία που προσπαθεί να εξαλείψει από την εθνική μνήμη τις πολιτικές, δημοκρατικές και διαφωτιστικές της διαστάσεις. Από αυτή την άποψη, ποιος χώρος μένει σήμερα για την πρόσληψη του δημοκρατικού πατριωτισμού του Ρήγα;
Σημείωση: Το έργο του Περδικάρη εξέδωσε ο Λέανδρος Βρανούσης, Επετηρίς του Μεσαιωνικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 11 (1997). Τα παραθέματα από τον πόλεμο των φυλλαδίων, στο άρθρο του Βρανούση, «Αγνωστα πατριωτικά φυλλάδια» στο ίδιο περιοδικό, τ.15-16 (1997).

Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Οκτώ αιώνες από το πρώτο «Σύνταγμα»

Στις 15 Ιουνίου του 1215 στις πεδιάδες κατά μήκος του Τάμεση, από το Ράνιμεντ μέχρι τα δυτικά του Λονδίνου, ο βασιλιάς Ιωάννης της Αγγλίας υποχρεώθηκε να συμφωνήσει στα αιτήματα των εξεγερμένων βαρώνων και αποδέχθηκε τη Magna Carta, τη Μεγάλη Χάρτα, η οποία για πρώτη φορά όρισε ότι ο μονάρχης υπόκειται στον νόμο.

magna carta
Στους αιώνες που μεσολάβησαν, αυτό το έγγραφο απέκτησε τεράστια διεθνή σημασία, αφού έγινε η βάση για την αμερικανική διακήρυξη της ανεξαρτησίας και την Παγκόσμια Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. 


Αυτά που συνέβησαν σε αυτές τις πεδιάδες πριν από οκτώ αιώνες παραμένουν σήμερα εξίσου επίκαιρα όσο και τότε. Και η σημασία τους επεκτείνεται και πέρα από τη Βρετανία.

Tο ντοκουμέντο αυτο άλλαξε τον κόσμο, εμπνέοντας ανθρώπους από τους ιδρυτικούς πατέρες των ΗΠΑ και τον ηγέτη της ινδικής ανεξαρτησίας, Μαχάτμα Γκάντι, μέχρι τον Νέλσον Μαντέλα στη Νότιο Αφρική. 

Τα εναπομείναντα αντίτυπα μπορεί να έχουν φθαρεί, αλλά οι αρχές της Χάρτας λάμπουν όσο ποτέ.

Η Magna Carta θεσπίστηκε σε μια περίοδο μεγάλης πολιτικής αναταραχής στην Αγγλία, με τη σύγκρουση μεταξύ του βασιλιά Ιωάννη, των αριστοκρατών και της Εκκλησίας να μαίνεται. Επρόκειτο για μια συμφωνία ειρήνης που είχε στόχο να καλύψει όλα τα προβλήματα της εποχής και η οποία ακυρώθηκε από τον Πάπα λίγο αφότου συνήφθη. 


Ωστόσο αναθεωρημένες εκδοχές της, που περιελάμβαναν δύο από τις αρχικές της αρχές, χαρακτηρίστηκαν καίριες για τη θέσπιση του γράμματος του νόμου. Πρόκειται για τις αρχές που απαγορεύουν τη χωρίς δίκη φυλάκιση, εξορία ή στέρηση των δικαιωμάτων ενός ανθρώπου και διασφαλίζουν την ίση μεταχείρισή του από τη Δικαιοσύνη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κάμερον ηθελε να καταργήσει και να αντικαταστήσει τη νομοθεσία για τα ανθρώπινα δικαιώματα, μια κίνηση που κατά τους αντιπάλους του θα μπορούσε να αποτελεί ένα βήμα υπονόμευσης θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων.