Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

Η επανάσταση του Εφιάλτη και η εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας το 462 π.Χ.

Με την δημιουργία του στόλου και την ανάδειξη της Αθήνας σε πρώτη ναυτική δύναμη στον τότε γνωστό κόσμο άλλαξε ριζικά η συγκρότησή της, η οικονομική και η κοινωνική. 

Ο νέος αυτός προσανατολισμός της οικονομίας έβγαινε έξω από τα πλαίσια του δουλοκτητικού συστήματος που εκπροσωπούσαν οι γαιοκτήμονες ευγενείς, και το καθεστώς του Αρείου Πάγου βρισκόταν σε κατάφωρη αντίθεση με τις απαιτήσεις της κοινωνίας.


Η ναυπήγηση και η επάνδρωση των εμπορικών και πολεμικών πλοίων έδινε δουλειά σε χιλιάδες χειρωνακτες Αθηναίους και μικρούς καλλιεργητές, που η γη τους δεν επαρκούσε για την  κάλυψη των αναγκών των οικογενειών τους. Η μεγάλη σημασία που είχε ο στόλος για την άμυνα της χώρας και την κυριαρχία στην θάλασσα αλλά και η μεγάλη οικονομική πρόοδος που σημειώθηκε χάρη σε αυτόν έδωσαν στον ναυτικό λαό της Αθήνας ένα αίσθημα υπεροχής. Τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, κυρίως αυτά που αποζούσαν από την θάλασσα, καθώς και τα μεσαία, που ασχολούνταν με το εμπόριο και την ναυτιλία, όταν συνειδητοποίησαν την δύναμη που τους έδινε ο στόλος, άρχισαν να κινούνται για την κατάλυση του καθεστώτος των γαιοκτημόνων ευγενών. 

Το κίνημά τους απέβλεπε στην ριζική αλλαγή του καθεστώτος και όχι απλώς στην αφαίρεση της διοίκησης από τον Άρειο Πάγο και την επαναφορά του πολιτεύματος του Κλεισθένους. 

Απαιτούσαν την κατάργηση των κοινωνικών διακρίσεων σε ευγενείς και λαό και την πλήρη εξίσωση όλων των πολιτών. 

Έτσι άρχισε ένα λαϊκό κίνημα για την ανατροπή του καθεστώτος των γαιοκτημόνων ευγενών και την εγκαθίδρυση της εξουσίας του λαού. 

Ηγέτης του επαναστατικού αυτού κινήματος έγινε ο Εφιάλτης, ο γιος του Σοφωνίδου, με πιθανό συνεργάτη τον Αρχέστρατο, στον οποίο η ιστορία δεν κάνει καμμιά αναφορά. 

Αυξανομένου του πλήθους, λέει ο Αριστοτέλης, έγινε ηγέτης του λαού ο Εφιάλτης, ο γιος του Σοφωνίδου, ο οποίος και αδιάφθορος εθεωρείτο και φιλόπατρις, και τα έβαλε με την Βουλή του Αρείου Πάγου. 

 Όταν το λαϊκό κίνημα απέκτησε δύναμη (αυξανομένου του πλήθους), ο Εφιάλτης χρησιμοποίησε τα δικαστήρια της Ηλιαίας, που είχε θεσπίσει ο Σόλων, και πέρναγε απ’ αυτά τον ένα μετά τον άλλο τους Αρεοπαγίτες με την κατηγορία της κακοδιοίκησης. Κατά πρώτον εξόντωσε πολλούς από τους Αρεοπαγίτες, κινώντας εναντίον τους δίκες σχετικές με την διοίκησή τους. 

 Ο Εφιάλτης έγινε ο φόβος και ο τρόμος των Αρεοπαγιτών και όλων εκείνων που αδικούσαν τον λαό, γιατί έτρεμαν στην σκέψη ότι αργά ή γρήγορα θα πλήρωναν για τις αδικίες τους. Ζούσαν συνεχώς μ’ αυτήν την αγωνία, που τους έκανε να μη μπορούν να κοιμηθούν, γιατί μόλις τους έπαιρνε ο ύπνος, έβλεπαν τον Εφιάλτη να τους καταδιώκει για να τους τιμωρήσει. 

 Έτσι επικράτησε μέχρι σήμερα να λέγεται εφιάλτης κάθε τρομακτικό όνειρο και κάθε τι που καταπιέζει την ψυχή και προκαλεί αγωνία. 

Ποιος ήταν ο Εφιάλτης, ο φοβερός αυτός λαϊκός ηγέτης, που, κατά τον Πλούταρχο, ενέπνεε φόβο στους ολιγαρχικούς και ήταν άκαμπτος στην απαίτηση ευθυνών και στην καταδίωξη εκείνων που αδικούσαν τον λαό; 

Η επίσημη ιστορία, από... φόβο μήπως τον... ''αδικήσει'' (εννοει μηπως αφυπνισει φυσικα) , προτίμησε να τον αποσιωπήσει! Έτσι ο μεγάλος αυτός επαναστάτης δεν είναι γνωστός παρά μόνο στους ειδικούς της ιστορίας, ενώ ο συνώνυμός του, ο Εφιάλτης ο Τραχίνιος, ο προδότης των Θερμοπυλών, είναι γνωστός στους πάντες. 

Όσοι θέλουν να σκιαγραφήσουν το πορτρέτο της μεγάλης αυτής προσωπικότητας, δεν έχουν παρά να στηριχθούν στις λίγες φράσεις που έχει διασώσει η ιστορία 

για τον μεγαλύτερο πολιτικό καινοτόμο όλων των εποχών. 

Ήταν αδιάφθορος και δίκαιος προς την πολιτεία, λέει ο Αριστοτέλης. Ήταν φτωχός αλλά αξιοπρεπής και ποτέ δεν δέχτηκε την παραμικρή βοήθεια από τους φίλους του, λέει ο Διόδωρος. Ενέπνεε φόβο στους ολιγαρχικούς και ήταν άκαμπτος στην απαίτηση ευθυνών και στην καταδίωξη εκείνων που αδικούσαν τον λαό, λέει ο Πλούταρχος. Ο Αιλιανός τον κατατάσσει στους φιλοσόφους για την μεγάλη μόρφωσή του. Οι σποραδικές φράσεις που υπάρχουν στον Αριστοτέλη, τον Πλούταρχο, τον Αιλιανό και τον Διόδωρο, παρατηρεί η Αθηνά Καλογεροπούλου, παρουσιάζουν την εικόνα ενός ακέραιου ανθρώπου. 

Μολονότι η μεταρρύθμιση που έκανε στο πολίτευμα ήταν σημαντική, οι μεταγενέστεροι δεν βρήκαν τίποτε επιλήψιμο να του προσάψουν, όποιες και αν ήσαν οι πολιτικές τους ιδέες... 

Εξ αιτίας της αποφασιστικής πολιτικής του γραμμής φαίνεται πως απέκτησε πολλούς εχθρούς, και πρέπει να είχε γίνει το φόβητρο των αριστοκρατικών, ιδιαίτερα εκείνων που είχαν λόγους να φοβούνται την δικαιοσύνη του, τις άκαμπτες αρχές του και την συνέπεια της πολιτικής του. 

 Ο Εφιάλτης προετοίμαζε προσεκτικά το κίνημα για την ανατροπή του πολιτεύματος και αναζητούσε την κατάλληλη ευκαιρία, για να δώσει το αποφασιστικό χτύπημα. Ο Αριστοτέλης φέρει αναμεμειγμένο στο κίνημα του Εφιάλτου και τον Θεμιστοκλή, παρασυρμένος ίσως από τις διαδόσεις που κυκλοφορούσαν οι ολιγαρχικοί, οι οποίοι έψαχναν αφορμή να εξοντώσουν τον  Θεμιστοκλή, αλλά και να μειώσουν την προσωπικότητά του παρουσιάζοντάς τον σαν κοινό καταδότη. 

Στην μεταρρύθμιση αυτή, λέει ο Αριστοτέλης, είχε συνεργάτη τον Θεμιστοκλή, ο οποίος ανήκε μεν στον Άρειο Πάγο, αλλά επρόκειτο να δικαστεί για συνεννοήσεις με τους Μήδους. Θέλοντας ο Θεμιστοκλής να καταλυθεί η Βουλή του Αρείου Πάγου, στον μεν Εφιάλτη είπε ότι επρόκειτο να τον συλλάβουν, στους δε Αρεοπαγίτες ότι θα τους υποδείξει μερικούς που συνωμοτούν κατά του πολιτεύματος. Και συνεχίζοντας ο Αριστοτέλης λέει πως ο Θεμιστοκλής οδήγησε (τους Αρεοπαγίτες) στο μέρος όπου βρισκόταν ο Εφιάλτης, για να τους δείξει τους συγκεντρωμένους και μίλησε ζωηρά μαζί τους. 

 Ο Αριστοτέλης επιδιώκει να μειώσει και την προσωπικότητα του Εφιάλτου, λέγοντας ότι πίσω απ’ αυτόν ήταν ο Θεμιστοκλής, όπως αργότερα ο Πλούταρχος θα πει ότι πίσω από τον Εφιάλτη βρισκόταν ο Περικλής. 

Ο Αριστοτέλης τα μπερδεύει όμως με τις χρονολογίες και παραγνωρίζει το γεγονός ότι όταν ο Εφιάλτης κατέλυσε την εξουσία του Αρείου Πάγου, ο Θεμιστοκλής ήταν εξόριστος. 

Αν ο Θεμιστοκλής είχε με οποιονδήποτε τρόπο συνεργήσει στο κίνημα για την κατάλυση της εξουσίας του Αρείου Πάγου και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, μετά την επιτυχή έκβαση του κινήματος είναι βέβαιον ότι θα επέστρεφε πανηγυρικά στην Αθήνα, για να θέσει τον εαυτό του και τις ικανότητές του στην υπηρεσία της δημοκρατίας. Το ότι παρέμεινε εξόριστος και μετά την πτώση του Αρείου Πάγου, δείχνει πως ήταν αντίθετος στο κίνημα για την εγκαθίδρυση δημοκρατίας και θα επεδίωκε ίσως την επαναφορά του πολιτεύματος του Κλεισθένους. 

Ο Εφιάλτης δεν ήταν αριστοκράτης μεταρρυθμιστής, όπως ο Σόλων και ο Κλεισθένης, αλλά λαϊκός επαναστάτης. 

Το κίνημα είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις και η ευκαιρία που ζητούσε ο Εφιάλτης για την ανατροπή του πολιτεύματος δόθηκε το 462 π.Χ. Τότε είχαν δημιουργηθεί οι κατάλληλες συνθήκες για την κατάλυση της εξουσίας των ευγενών και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας. 

Ο Κίμων με πολύ στρατό βρισκόταν στην Μεσσηνία, για να βοηθήσει τους Σπαρτιάτες στον πόλεμο που είχαν με τους είλωτες της Ιθώμης (Γ΄ Μεσσηνιακός πόλεμος), ενώ αντίθετα ο στόλος, που υποστήριζε το κίνημα, βρισκόταν αγκυροβολημένος στον Πειραιά και δεν ήταν, όπως συνήθως,  διασκορπισμένος σε διάφορες ναυτικές εκστρατείες. 

Αυτήν την στιγμή επέλεξε ο Εφιάλτης και, μαζί με τον Αρχέστρατο, κάλεσαν τον λαό της Αθήνας και του Πειραιά σε παλλαϊκή συγκέντρωση, στην πιο ιστορική συνεδρίαση της Εκκλησίας του Δήμου, και του ζήτησαν, με πρόταση που έκαναν από κοινού, να καταλύσει την εξουσία των ευγενών και να αναλάβει ο ίδιος ο λαός την κυβερνητική εξουσία. 

Έτσι το 462 π.Χ., επί άρχοντος Κόνωνος, ο Εφιάλτης και ο Αρχέστρατος, μαζί με όλο τον λαό της Αθήνας και του Πειραιά, αφαίρεσαν από την Βουλή του Αρείου Πάγου –όπως μας πληροφορεί ο Αριστοτέλης– όλες τις πολιτικές εξουσίες που είχε για την προστασία του πολιτεύματος και άλλες απ’ αυτές παραχώρησαν στην Βουλή των πεντακοσίων και άλλες στον λαό και τα δικαστήρια. 

 Το 462 π.Χ. είναι μια ξεχωριστή στιγμή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το έτος αυτό γεννήθηκε η δημοκρατία τόσο σαν πολίτευμα όσο και σαν λέξη. 

Το πολίτευμα που εγκαθιδρύθηκε από τον Εφιάλτη και τον Αρχέστρατο ήταν η ανάθεση της πολιτικής εξουσίας στους ίδιους τους πολίτες, ώστε να ασκούν την κυβερνητική εξουσία αυτοπροσώπως και όχι δι’ αντιπροσώπων τους. Ονομάστηκε δημοκρατία, γιατί ακριβώς η λέξη αυτή σημαίνει την εξουσία των πολιτών. Η λέξη είναι σύνθετη: Δήμος + Κράτος. 

Η λέξη κράτος σήμαινε εξουσία. 

Η λέξη δήμος είχε δύο έννοιες, μία κοινωνική και μία πολιτική. 

Στην κοινωνική της έννοια σήμαινε τον λαό σε αντιδιαστολή με την άρχουσα τάξη των ευγενών, ενώ στην πολιτική σήμαινε το σύνολο των εχόντων πολιτικά δικαιώματα πολιτών. 

Στην δημοκρατία που εγκαθίδρυσαν ο Εφιάλτης και ο Αρχέστρατος οι δύο έννοιες της λέξης δήμος ταυτίστηκαν, γιατί καταργήθηκε η διάκριση σε ευγενείς και λαό και όλοι οι Αθηναίοι όλων των κοινωνικών τάξεων απέκτησαν τα ίδια πολιτικά δικαιώματα. 

Η δημοκρατία ήταν η εξουσία όλων των πολιτών και όχι μόνο των πολιτών μιας ορισμένης κοινωνικής τάξης. Η λέξη «δημοκρατία» δεν προϋπήρξε σαν έννοια ή ιδέα του πολιτεύματος της δημοκρατίας. 

Γεννήθηκε ταυτόχρονα με το πολίτευμα αυτό, για να το εκφράσει κατά τρόπο αυθεντικό. 

 Οι ιστορικοί της εποχής εκείνης των οποίων σώζονται τα έργα, Ηρόδοτος και Θουκυδίδης, αποσιώπησαν τελείως το κίνημα του Εφιάλτου και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας. 

Θα περίμενε κανείς ότι οι νεότεροι ιστορικοί θα κάλυπταν το κενό και θα έδιναν την έκταση που απαιτούν τα κοσμοϊστορικά αυτά γεγονότα, τα οποία έδωσαν νέο περιεχόμενο στην ανθρώπινη ιστορία. Και όμως! Το κενό παραμένει μέχρι σήμερα. 

Η εικοσαετία 480-460 π.Χ., η πιο πλούσια σε ιστορικά πολιτικά γεγονότα, παραμένει ανεξερεύνητη.

 Οι ολιγαρχικοί, βλέποντας τον λαό ενωμένο και αποφασισμένο να επιβάλει την θέλησή του, δεν πρόβαλαν καμμιά αντίσταση. Η επανάσταση επικράτησε αναίμακτα, γιατί το σύνολο σχεδόν του στρατού των ευγενών, που θα μπορούσε να προβάλει αντίσταση, βρισκόταν με τον Κίμωνα στην Μεσσηνία. Η μόνη τους ελπίδα ήταν η επάνοδος του Κίμωνος. 

Ο Κίμων επιστρέφοντας στην Αθήνα όχι μόνο δεν κατόρθωσε να αλλάξει την κατάσταση, τουναντίον μάλιστα, καταδικάστηκε σε εξορία ως «φιλολάκων καὶ ἐχθρὸς τοῦ λαοῦ». Οι ολιγαρχικοί καταριόνταν τον Σόλωνα, ότι επίτηδες είχε θεσπίσει την συμμετοχή του λαού στην Εκκλησία του Δήμου και τα δικαστήρια, για να καταλάβει ο λαός την εξουσία. 

Ο Αριστοτέλης, απαντώντας σε αυτούς, αναφέρει ότι: Η δημοκρατία που εγκαθίδρυσε ο Εφιάλτης δεν οφείλεται σε πρόθεση του Σόλωνος, όπως τον κατηγορούν μερικοί, επειδή παραχώρησε εξουσίες στον λαό, αλλά μάλλον σε συμπτωματικά γεγονότα: Ο λαός δηλαδή, που έγινε αίτιος κατά τους περσικούς πολέμους μεγάλης ναυτικής νίκης (ναυμαχία Σαλαμίνας), απέκτησε συνείδηση της ισχύος του και ακολούθησε ηγέτες που αντιπολιτεύονταν την εξουσία των πλουσίων ευγενών. 

Γιατί είναι φανερό πως ο Σόλων παραχώρησε στον λαό τόσα μόνο δικαιώματα, όσα η άκρα ανάγκη του επέβαλε, το να εκλέγει δηλαδή τους άρχοντες και να ζητεί από αυτούς ευθύνες – γιατί αν και αυτών των δικαιωμάτων στερείται ο λαός, φυσικό είναι να είναι δούλος των αρχόντων και εχθρός της πολιτείας. Αλλά όλες τις εξουσίες τις παραχώρησε στους πλούσιους ευγενείς. 

 Μόλις μαθεύτηκε η επανάσταση του Εφιάλτου και η εγκαθίδρυση δημοκρατίας στην Αθήνα, η πρώτη ενέργεια της Σπάρτης ήταν να διώξει όπως-όπως τον αθηναϊκό στρατό, γιατί φοβήθηκε μήπως ενωθεί με τους επαναστάτες της Ιθώμης εναντίον της. Οι Λακεδαιμόνιοι, γράφει ο Θουκυδίδης, αφού δεν έπεφτε το φρούριο με τις επιθέσεις, φοβήθηκαν την τόλμη και την νεωτεροποιΐα των Αθηναίων και επειδή συνάμα τους θεωρούσαν αλλόφυλους, φοβήθηκαν μήπως, αν μείνουν, παρασυρθούν από τους πολιορκούμενους της Ιθώμης και κάνουν κανένα πραξικόπημα και τους έδιωξαν, μόνους αυτούς από όλους τους συμμάχους, δεν φανέρωσαν όμως την υποψία τους, λέγοντας μόνο πως δεν τους χρειάζονται άλλο. 

 Αυτή είναι και η μόνη αναφορά του ιστορικού Θουκυδίδου στα ιστορικά γεγονότα της Αθήνας που άλλαξαν τον ρουν της ιστορίας. 

Με μία μόνο φράση –«δείσαντες τῶν Ἀθηναίων τὸ τολμηρὸν καὶ τὴν νεωτεροποιΐαν»– ο «αντικειμενικός» ιστορικός καλύπτει ιστορικά: το λαϊκό κίνημα του Εφιάλτου, την κατάλυση της εξουσίας των ευγενών και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, την οποία αποκαλεί νεωτεροποιΐα, δηλαδή, καινούργιο θεσμό.

 Λακωνικότερο τρόπο δεν εφεύρε άλλος ιστορικός. Ο Θουκυδίδης, παρ’ όλο που περιγράφει στην ιστορία του τα γεγονότα της πεντηκονταετίας 480-430 π.Χ., δεν αναφέρει τίποτα για τις πολιτικές μεταβολές που συνέβησαν στην Αθήνα από το 480 ώς το 460 π.Χ. και που ακριβώς αυτές οι πολιτικές μεταβολές ήσαν η αιτία του μικρού και του μεγάλου πελοποννησιακού πολέμου, οι οποίοι και αποτελούν το αντικείμενο της ιστορίας του. 

Η συνειδητή αποσιώπηση των πολιτικών αυτών μεταβολών δημιούργησε μια σκόπιμη σύγχυση, που βοήθησε τους ιστορικούς να συνδέσουν την δημοκρατία με τον Περικλή και το αριστοκρατικό καθεστώς ισονομίας και ισηγορίας του Κλεισθένους, του οποίου δήθεν αποτελεί συνέχεια και ολοκλήρωση. 

Η δημοκρατία όμως που εγκαθίδρυσαν ο Εφιάλτης και ο Αρχέστρατος δεν αποτελεί συνέχεια και ολοκλήρωση του καθεστώτος του Κλεισθένους, αλλά υπέρβασή του· επαναστατική τομή. 

Στο καθεστώς του Κλεισθένους την πολιτική εξουσία ασκούσαν οι άρχοντες, που προέρχονταν όλοι υποχρεωτικά από τους ευγενείς, ενώ την εποπτεία και τον έλεγχο του πολιτεύματος και των αρχόντων είχε ο Άρειος Πάγος, τα μέλη του οποίου προέρχονταν από τους πλούσιους ευγενείς. 

 Στην δημοκρατία που εγκαθίδρυσαν ο Εφιάλτης και ο Αρχέστρατος το 462 π.Χ. καταργήθηκε η εξουσία τόσο των αρχόντων όσο και του Αρείου Πάγου, δηλαδή η εξουσία των ευγενών, και όλες οι εξουσίες παραχωρήθηκαν στον λαό. Τις δικαιοδοσίες του Αρείου Πάγου και των αρχόντων η δημοκρατία τις αναθέτει στην Συνέλευση των πολιτών, που αποτελεί το ανώτατο πολιτειακό όργανο και αποφασίζει για όλα ανεξαιρέτως τα θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. 

Στο καθεστώς του Κλεισθένους οι αξιωματούχοι αποφάσιζαν για τα θέματα της αρμοδιότητάς τους. 

Στην δημοκρατία του Εφιάλτου οι αξιωματούχοι, είτε ήσαν αιρετοί, όπως οι στρατηγοί και οι πρέσβεις, είτε κληρωτοί, όπως οι άρχοντες, είτε κληρωτοί ανάμεσα σε ειδικούς επιστήμονες, δεν είχαν το δικαίωμα να αποφασίζουν οι ίδιοι για κανένα θέμα της αρμοδιότητάς τους. 

Για όλα τα θέματα έπρεπε να υποβάλουν πρόταση στην Συνέλευση των πολιτών και οι πολίτες θα αποφάσιζαν. 

Η δημοκρατία του Εφιάλτου είναι το μοναδικό πολίτευμα που, χωρίς να καταργήσει την ατομική ιδιοκτησία, δεν άφησε περιθώρια στους πλούσιους και τους ισχυρούς να ελέγξουν την πολιτική εξουσία. 

Η συγκέντρωση όλων των εξουσιών στην Συνέλευση των πολιτών απέκλειε κάθε δυνατότητα εξαγοράς, γιατί κανένας δεν μπορούσε να εξαγοράσει ολόκληρο τον λαό, ενώ κάθε αντιπροσωπευτική μορφή εξουσίας είναι εύκολο να διαβρωθεί από το χρήμα. Κανένας άνθρωπος ή μικρή ομάδα ανθρώπων δεν μπορεί να αντισταθεί στην διαβρωτική δύναμη του χρήματος. 

Οι λίγοι, λέει ο Αριστοτέλης, υπόκεινται ευκολότερα από τους πολλούς στην εξαγορά με χρήματα ή με εύνοια.

 Αλλά όπως το πολύ είναι λιγότερο επιδεκτικό φθοράς παρά το λίγο –καθώς και η μεγαλύτερη ποσότητα νερού είναι λιγότερο επιδεκτική μολύνσεως–, έτσι και οι πολυαριθμότεροι λιγότερο υπόκεινται σε διαφθορά παρά οι λίγοι. 

Ο Εφιάλτης στην παντοδυναμία του χρήματος αντέταξε την παντοδυναμία του λαού. Στην δημοκρατία δεν επιτρεπόταν καμμιά μορφή εκπροσώπησης. Ο κάθε πολίτης εκπροσωπούσε μόνο τον εαυτό του και ήταν υπεύθυνος ατομικά απέναντι στην πολιτεία. 

Κόμματα και πολιτικές παρατάξεις δεν είχαν θέση στην δημοκρατία. 

Η ελευθερία και η ισότητα ήσαν οι θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας.

 Όλοι οι πολίτες ήσαν ίσοι, με ίσα δικαιώματα και ίσες ελευθερίες, χωρίς καμμιά απολύτως διάκριση. 

Η ελευθερία γίνεται πράξη όταν το κάθε άτομο αυτοπροσδιορίζεται στην ατομική του ζωή και «ἐν μέρει ἄρχεσθαι καὶ ἄρχειν», δηλαδή κυβερνιέται και κυβερνά ταυτόχρονα στην πολιτική ζωή. 

Κάθε μορφή εκπροσώπησης, είτε αυτή λέγεται κόμμα είτε λέγεται κυβέρνηση, αναιρεί την πολιτική ελευθερία, που είναι η βασικότερη αρχή της δημοκρατίας. 

Χωρίς την ελευθερία δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε η δεύτερη αρχή της δημοκρατίας, η ισότητα. 

Και τούτο, λέει ο Αριστοτέλης, γιατί το δημοκρατικό δίκαιο στηρίζεται στην ισότητα των πολιτών κατ’ αριθμόν και όχι κατά την αξία ή τον πλούτο του καθενός. 

Ισότητα υπάρχει όταν οι φτωχοί και οι πλούσιοι έχουν τα ίδια κυριαρχικά δικαιώματα και όταν ούτε οι μεν ούτε οι δε διαχειρίζονται μόνοι τους την εξουσία, αλλά όλοι εξ ίσου (κατ’ αριθμόν), γιατί μόνο έτσι είναι δυνατόν να επικρατεί η ιδέα ότι συνυπάρχουν στο πολίτευμα η ισότητα και η ελευθερία. 

 Πώς είναι δυνατόν όμως να λειτουργήσει η αρχή της ισότητας στην πράξη μέσα σε μια κοινωνία οικονομικής ανισότητας; Εάν η καταγωγή και η περιουσία δεν παρέχουν πια προνόμια στην πολιτική ζωή, διαβάζουμε στον Glotz, υπάρχουν όμως πάντα πλούσιοι και φτωχοί. 

Πρέπει να ληφθούν μέτρα, ώστε οι φτωχοί να μπορούν να κάνουν χρήση των πολιτικών τους δικαιωμάτων. 

Εάν η κοινωνική ανισότητα ήταν πολύ κραυγαλέα, η πολιτική ισότητα θα εξαφανιζόταν· εάν οι φτωχοί δεν είχαν κάποιο περιουσιακό στοιχείο ή την διαρκή δυνατότητα να το αποκτήσουν, η ελευθερία θα ήταν απλώς αφηρημένη αρχή. 

Καθήκον του κράτους λοιπόν, αφού έχει την δύναμη, είναι να γιατρέψει ένα κακό επικίνδυνο για κάθε κοινότητα, θανατηφόρο για μια δημοκρατία. 

Οφείλει να διαφυλάξει τα δικαιώματα και τα συμφέροντα μιας κατηγορίας πολιτών, με τον όρο πάντα να μην παραγνωρίσει και να μην καταπατήσει τα δικαιώματα και τα συμφέροντα μιας άλλης κατηγορίας.  

Ο Εφιάλτης δεν κατήργησε την ατομική ιδιοκτησία και διατήρησε τον διαχωρισμό των πολιτών στις τέσσερις κοινωνικές τάξεις που είχε θεσπίσει ο Σόλων, άλλαξε όμως τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απέρρεαν από την περιουσιακή κατάσταση της κάθε τάξης. 

Ο Σόλων είχε μοιράσει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις ανάλογα με την περιουσιακή κατάσταση της κάθε κοινωνικής τάξης. 

Ο Εφιάλτης μοίρασε τα δικαιώματα εξ ίσου σε όλους τους πολίτες και διατήρησε την ανισότητα ως προς τις υποχρεώσεις. Τα οικονομικά βάρη τα επωμίστηκαν υποχρεωτικά οι πλούσιες τάξεις. Η δημοκρατία, για να λειτουργήσει, απαιτούσε και την συμμετοχή των φτωχών πολιτών στα κοινά, γιατί διαφορετικά θα ήταν κατ’ όνομα μόνο δημοκρατία. 

Οι μισοί όμως και πλέον Αθηναίοι πολίτες ήσαν άνθρωποι φτωχοί, χωρίς δούλους και αποζούσαν μόνον από την προσωπική τους εργασία. Ως εκ τούτου δεν ήταν εύκολο σε αυτούς να αφήνουν τις δουλειές τους για να ασχοληθούν με τα κοινά, αν ήθελαν να μην πεινάσει η οικογένειά τους. Η δημοκρατία έλυσε το πρόβλημα αυτό καθιερώνοντας μισθό για τους φτωχούς πολίτες που κληρώνονταν είτε ως βουλευτές είτε ως δικαστές, αργότερα δε και σε εκείνους που συμμετείχαν στην Συνέλευση των πολιτών. 

Αυτή την δημοκρατία επέβαλε ο Εφιάλτης και γι’ αυτό επέσυρε την οργή και το μίσος των ολιγαρχικών ευγενών, που δεν αναγνώρισαν ποτέ την δημοκρατία και επεδίωξαν με όλα τα μέσα την ανατροπή της. Τον Εφιάλτη τον καταδίκασαν όχι μόνο σε φυσική εξόντωση αλλά και σε αιώνια σιωπή. Πριν κλείσει χρόνος από την κατάλυση της εξουσίας τους τον δολοφόνησαν άγρια μέσα στην νύχτα, και έκτοτε δεν έκαμαν καμμιά αναφορά στο όνομά του. 

Δεν συγχώρησαν ποτέ τον Εφιάλτη, γιατί διέπραξε την μεγαλύτερη ιεροσυλία όλων των εποχών: Αφαίρεσε το σκήπτρο και τα θέμιστα (Νόμους/Θεσμούς) από τους ευγενείς, που τους τα είχαν εμπιστευθεί οι ίδιοι οι θεοί, και τα παρέδωσε στον χύδην όχλο. Αν ο Εφιάλτης δεν παραχωρούσε την εξουσία στον λαό, δεν εγκαθίδρυε δηλαδή την δημοκρατία αλλά την κρατούσε για τον εαυτό του, ακόμα κι αν γινόταν τύραννος, θα είχε περίοπτη θέση στο πάνθεο των μεγάλων ανδρών. 

Στόχος όμως δεν ήταν ο Εφιάλτης, αλλά η δημοκρατία. Οι αριστοκράτες συγγραφείς της εποχής εκείνης είδαν την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας σαν μια ιστορική παρένθεση, που γρήγορα θα έκλεινε με την ανατροπή της. Γι’ αυτό δεν ανέφεραν τίποτα για τον Εφιάλτη και την δημοκρατία, για να μη μάθουν οι νεότερες γενιές ότι η ιστορία έκαμε ένα παράτολμο πείραμα. 

Το ιστορικό αυτό πείραμα, δηλαδή η λειτουργία της δημοκρατίας, κράτησε εκατόν σαράντα χρόνια (462-322 π.Χ.). Αυτή η περίοδος λειτουργίας της δημοκρατίας θεωρήθηκε και θεωρείται μέχρι σήμερα ως η λαμπρότερη περίοδος της ανθρώπινης ιστορίας. Η λειτουργία της δημοκρατίας είχε σαν αποτέλεσμα την γέννηση αυτού του λαμπρού πολιτισμού, που θαυμάζεται μέχρι σήμερα. Μια κατά μέτωπο επίθεση κατά της δημοκρατίας ήταν αδιανόητη, όχι μόνο για τους τότε επικριτές της αλλά και για τους νεότερους. 

Οι αριστοκράτες συγγραφείς άρχισαν από τον 5ο κιόλας αιώνα π.Χ., αλλά κυρίως τον 4ο, μια προσπάθεια διαστρέβλωσης και αλλοίωσης της ουσίας της δημοκρατίας, με στόχο να δημιουργήσουν το ιδεολογικό υπόβαθρο για την ανατροπή της. 

Για παράδειγμα ο Ισοκράτης στον «Αρεοπαγιτικό» του προσπαθεί να παρουσιάσει ως δημοκρατικό το καθεστώς του Αρείου Πάγου και ως την καλύτερη δημοκρατία το καθεστώς της Σπάρτης! Η παραποίηση της αλήθειας, όσον αφορά στην δημοκρατία, άρχισε από την στιγμή που την ταύτισαν με το δημοκρατικό κόμμα. Η αποσιώπηση των πολιτικών γεγονότων από το 480 ώς το 460 π.Χ. βοήθησε σε αυτήν την παραποίηση. 

Το λαϊκό κίνημα του Εφιάλτου παρουσιάζεται σαν κρίση στις σχέσεις των δύο κομμάτων, σαν κομματική αντιδικία, και η εγκαθίδρυση της δημοκρατίας σαν μια μικροβελτίωση του καθεστώτος από το δημοκρατικό κόμμα, όταν αυτό ήρθε στην εξουσία κάτω από την καθοδήγηση του Εφιάλτου. 

Στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» διαβάζουμε: Η κρίση μεταξύ αριστοκρατικών και δημοκρατικών, που είχε για χρόνια αποσοβηθεί, τελικά εκδηλώθηκε το 462 π.Χ., την εποχή που ο Κίμων με τους 4.000 διαλεχτούς Αθηναίους οπλίτες βρισκόταν στην Πελοπόννησο. Τότε, «γενόμενος τοῦ δήμου προστάτης Ἐφιάλτης ὁ Σοφωνίδου... ἐπὶ Κόνωνος ἄρχοντος», αφαίρεσε από την Βουλή του Αρείου Πάγου, που ήταν «ἡ τῆς πολιτείας φυλακή», κατά τον Αριστοτέλη, τις πολιτικές αρμοδιότητες. 

Η ενέργεια αυτή, που οδήγησε στην τελείωση της αθηναϊκής δημοκρατίας, ήταν οριστική, και όσο και αν προσπάθησε μετά την επιστροφή του ο Κίμων να μεταπείσει τον δήμο να την αναιρέσει, δεν το κατόρθωσε. Η απουσία του  Κίμωνος ήταν μοιραία, γιατί ο δήμος εύκολα πείστηκε – είχε ήδη από χρόνια προετοιμασθεί να ψηφίσει την μεταρρύθμιση που πρότεινε ο Εφιάλτης μαζί με κάποιον άλλο Αθηναίο, τελείως άγνωστο, τον Αρχέστρατο. 

 Ο Εφιάλτης έγινε ηγέτης του κινήματος για την κατάλυση της εξουσίας των γαιοκτημόνων ευγενών και όχι του δημοκρατικού κόμματος, όπως προσπαθούν να τον παρουσιάσουν. Πρέπει να κάνουμε κατανοητό ότι τόσο το ολιγαρχικό όσο και το δημοκρατικό κόμμα ανήκαν και τα δύο στους πλούσιους ευγενείς. Εκπροσωπούσαν τις δύο πολιτικές τάσεις μέσα στην άρχουσα τάξη των ευγενών. 

Οι ολιγαρχικοί ήθελαν την κατάργηση του καθεστώτος ισονομίας και ισηγορίας του Κλεισθένους, την αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων από τον λαό και την επιβολή ολιγαρχικού καθεστώτος. 

Οι δημοκρατικοί ήσαν υπέρ του καθεστώτος ισονομίας και ισηγορίας του Κλεισθένους με συμμετοχή του λαού στην εκλογή και τον έλεγχο των αρχόντων. Η προσπάθεια να παρουσιάσουν τον Εφιάλτη σαν αρχηγό του δημοκρατικού κόμματος φαίνεται να είναι τεχνητή. Ο αρχηγός του δημοκρατικού κόμματος, ο διάδοχος του Σόλωνος, του Κλεισθένους και του Θεμιστοκλέους, έπρεπε να ανήκει στους πλούσιους ευγενείς και να είναι από γνωστή οικογένεια. 

Ο Εφιάλτης ήταν φτωχός και άσημος και ήταν άγνωστη η καταγωγή του, καθώς και ο δήμος όπου κατοικούσε. Ο πατέρας του Σοφωνίδης ήταν τελείως άγνωστος, έγινε γνωστός μόνο επειδή ήταν ο πατέρας του Εφιάλτου. Μερικοί προσπάθησαν να καλύψουν αυτήν την αντίφαση λέγοντας πως ο Εφιάλτης καταγόταν από γνωστή και εύπορη οικογένεια, που φτώχυνε όταν αυτός ασχολήθηκε με την πολιτική. Η πενία του Εφιάλτου, σε συνάρτηση με την μεγάλη παιδεία που μνημονεύεται ότι είχε, οδήγησε νεότερους ιστορικούς στο συμπέρασμα ότι η οικογένειά του, αν και παλαιότερα εύπορη, είχε χάσει την περιουσία της, όταν εκείνος πολιτεύτηκε. 

 Αφού δεν μπόρεσαν να θεμελιώσουν με σιγουριά την καταγωγή του Εφιάλτου, προσπάθησαν να τον παρουσιάσουν σαν συνεργάτη άλλοι του Θεμιστοκλέους και άλλοι του Περικλέους. 

Η μεταρρύθμιση του 462 π.Χ. θεωρήθηκε τόσο πολύ ως φυσική συνέπεια της πολιτικής γραμμής του Θεμιστοκλέους, ώστε χωρίς την ελάχιστη αμφιβολία ο Αριστοτέλης πίστεψε ότι και πάλι βρέθηκε στην πόλη ο δαιμόνιος πολιτικός και ότι υπήρξε ένας από τους δύο πρωτεργάτες της αλλαγής.  

Η άποψη όμως που κυριάρχησε μέχρι σήμερα, όσο και αν φαίνεται χοντροκομμένη, είναι αυτή που αναφέρει ο Πλούταρχος, ότι δηλαδή ο Εφιάλτης ήταν συνεργάτης του Περικλέους. Ο Περικλής, λέει ο Πλούταρχος, ασχολιόταν με τις σπουδαίες υποθέσεις, εχειρίζετο δε τα άλλα ζητήματα αναθέτoντάς τα στους φίλους και σε άλλους ρήτορες. 

Ένας από αυτούς αναφέρουν ότι ήταν και ο Εφιάλτης, ο οποίος κατέλυσε την εξουσία του Αρείου Πάγου. Και αλλού: Γι’ αυτό, όταν ο Περικλής απόκτησε μεγάλη πολιτική δύναμη, στράφηκε εναντίον του Αρείου Πάγου, ώστε να αφαιρεθούν από αυτόν οι περισσότερες δικαιοδοσίες από τον Εφιάλτη.  Επειδή δεν πείθει η άποψη ότι ο Εφιάλτης ήταν βοηθός του Περικλέους, προχώρησαν σε πιο κομψή διατύπωση, ότι ο Περικλής ήταν συναρχηγός του δημοκρατικού κόμματος. 

Με την εξορία του Κίμωνος η αριστοκρατική παράταξη έχασε ξαφνικά τον αρχηγό της, χωρίς την δυνατότητα, όπως φαίνεται, να τον αντικαταστήσει, ενώ οι δημοκρατικοί διέθεταν την ίδια εποχή δύο σπουδαίους ηγέτες: τον Εφιάλτη, τον αρχηγό της παράταξής τους και τον Περικλή. Η δολοφονία του Εφιάλτου, τον ίδιο εκείνο χρόνο, άφησε ανοιχτό τον δρόμο στον Περικλή για την ανάληψη της αρχηγίας των δημοκρατικών. Εκείνο που θέλουν να αποκρύψουν, και που γι’ αυτό καταβάλλουν όλες αυτές τις προσπάθειες, είναι η χειραφέτηση του λαού. 

Ο Εφιάλτης απελευθέρωσε τον λαό από κόμματα και ηγέτες και τον άφησε να αυτοκυβερνηθεί. Την ίδια μέρα που εγκαθιδρύθηκε η δημοκρατία, ο Εφιάλτης έπαψε να είναι ηγέτης και έγινε απλός πολίτης. Αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά, η επαναστατική τομή που αποκόπτει την δημοκρατία από το καθεστώς ισονομίας και ισηγορίας του Κλεισθένους και από κάθε αντιπροσωπευτική μορφή εξουσίας. Μόνον η χειραφέτηση του λαού κάνει δυνατή την λειτουργία της δημοκρατίας. 

Οι ηγέτες και τα κόμματα είναι στην ουσία δημοκρατικά, όταν αγωνίζονται για την χειραφέτηση του λαού και την εγκαθίδρυση δημοκρατίας. Μέχρι την εγκαθίδρυση δημοκρατίας επόμενο είναι να υπάρχουν δημοκρατικοί ηγέτες και  δημοκρατικά κόμματα. Η ανάληψη όμως της εξουσίας από το δημοκρατικό κόμμα με την συναίνεση του λαού και η άσκησή της υπέρ του λαού δεν είναι δημοκρατία. 

Δεν είναι δηλαδή δημοκρατία, όταν η πολιτική εξουσία ασκείται από το δημοκρατικό κόμμα με την συναίνεση του λαού, αλλά όταν ασκείται από τον ίδιο το λαό. 

Η δημοκρατία δεν καθορίζεται από το είδος της πολιτικής, αν δηλαδή η κυβέρνηση εφαρμόζει φιλολαϊκή ή αντιλαϊκή πολιτική, αλλά από τον φορέα της πολιτικής εξουσίας. 

Μπορεί ένας μονάρχης ή μια ολιγαρχική κυβέρνηση να εφαρμόσουν φιλολαϊκή πολιτική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η εξουσία τους είναι δημοκρατική. 

Αντίθετα, στην δημοκρατία μπορεί ο λαός να επιβάλει στον εαυτό του μια πολιτική στερήσεων και θυσιών όταν οι περιστάσεις το απαιτούν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η πολιτική αυτή είναι αντιδημοκρατική. 

Ο Εφιάλτης αποτελεί μοναδικό φαινόμενο πολιτικού που απελευθέρωσε τον λαό και του εμπιστεύθηκε την αυτοκυβέρνησή του. 

Η εγκαθίδρυση της δημοκρατίας αποτελεί την μεγαλύτερη προσφορά του Εφιάλτου στην ανθρωπότητα και τον καθιερώνει ως τον μεγαλύτερο πολιτικό καινοτόμο όλων των εποχών. Για πρώτη φορά η δημοκρατική ελευθερία προσδιορίζεται σαν συμμετοχή όλων των πολιτών στην εξουσία και όχι σαν προστασία από την ίδια την εξουσία. 

Είναι φανερό, γράφει η Jac de Romilly, γιατί αυτή η δημοκρατική ελευθερία, στην πανηγυρική κυριαρχία της, ήταν καινούργια και επρόκειτο να μείνει για πάντα πρωτότυπη. Εξ άλλου αν ο ορισμός φαίνεται να περιορίζει την ελευθερία σε ένα είδος ακραίας, ακονισμένης αλλά και λεπτής αιχμής, είναι καιρός να ανακαλύψουμε μαζί με τους συγχρόνους μας αυτό που ακτινοβολούσε γύρω από ’κείνη την αιχμή. Γιατί το αθηναϊκό αίσθημα της ελευθερίας δεν περιοριζόταν στο μεγάλο αυτό αξίωμα της κυριαρχίας του πολίτη. 

Από την στιγμή που τέθηκε αυτή η αρχή, η ελευθερία εγκαταστάθηκε κυρίαρχη, καλύπτοντας στην πραγματικότητα ολόκληρη την αθηναϊκή ζωή. Αυτό είναι εκείνο που δεν αργούν να αποκαλύψουν τα ίδια τα κείμενα για την ίδια εποχή, σαν ξαφνικά οι πιο διαφορετικές πραγματικότητες να στρέφονται προς τον ήλιο, για να διαπεραστούν από τις ακτίνες του. 

 Ο Εφιάλτης δικαιώθηκε εμπιστευόμενος στον λαό το δικαίωμα να αυτοκυβερνηθεί. 

Ο αθηναϊκός λαός ρίχτηκε με πάθος στην πρακτική εμπειρία της ελευθερίας και μεγαλούργησε. Αυτό όμως δεν πρέπει να το μάθουν οι λαοί. Γι’ αυτό οι κυρίαρχες τάξεις – και οι συγγραφείς τους– φρόντισαν να αλλοιώσουν την ουσία της ελευθερίας και της δημοκρατίας και να αποκρύψουν τον τρόπο με τον οποίο αυτές λειτούργησαν στην πράξη. 

Στην θέση των χειραφετημένων πολιτών έβαλαν το δημοκρατικό κόμμα και τον μεγαλοφυή πολιτικό. Στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» διαβάζουμε: Αν η αθηναϊκή δημοκρατία έγινε παγκόσμιο σύμβολο και θαυμάζεται αιώνες ολόκληρους ως την εποχή μας, αυτό οφείλεται στον Περικλή. 

 Και αλλού: ...Το 461 π.Χ. γίνεται αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης μετά την δολοφονία του Εφιάλτου. Εκτός από τα σπάνια χαρίσματα που διέθετε ο Περικλής, στην πολιτική του σταδιοδρομία τον βοήθησε και η καταγωγή του. Έτσι και μια μερίδα των αριστοκρατών –οι φίλοι των Αλκμεωνιδών– ασφαλώς θα είδε την άνοδό του με συμπάθεια και τον υποστήριξε, γιατί του είχε εμπιστοσύνη. Αλλά και ο πολύς κόσμος έβλεπε στο πρόσωπό του τον φυσικό διάδοχο του Κλεισθένους... 

Η αρχαία Ελλάς ανέδειξε πολλούς μεγάλους ανθρώπους. Κανείς όμως δεν συνδυάζει τα χαρίσματα του Περικλέους, που υπήρξε πραγματικά μοναδικός, γι’ αυτό εξ άλλου με το όνομά του χαρακτηρίστηκε η λαμπρότερη και δημιουργικότερη εποχή της αρχαιότητας, ο πέμπτος αιώνας.

 Ο Θουκυδίδης, που αποσιώπησε τελείως τον Εφιάλτη και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, προσπαθεί, αυτοδιαψευδόμενος πολλές φορές, να μας πείσει πως το πολίτευμα κατ’ όνομα μόνον ήταν δημοκρατία, ενώ στην ουσία κυβερνούσε κατά τρόπο μοναρχικό ο Περικλής. 

Θουκυδίδης, γράφει η Cl. Mossé, δεν κρύβει τον θαυμασμό του για τον Περικλή, και έτσι δεν είναι πάντα εύκολο, όταν αναφέρει ένα λόγο του μεγάλου στρατηγού, να ξέρουμε τι είναι αυθεντικό και τι αποτελεί δική του προσθήκη. Αποτελεί έτσι έκπληξη για μας το ότι ο ιστορικός χαρακτηρίζει μοναρχική, του πρώτου ανδρός αρχή, την εξουσία του Περικλέους, στο πρόσωπο του οποίου εμείς δικαιολογημένα βλέπουμε το σύμβολο της αθηναϊκής δημοκρατίας. 

Αν ο Περικλής είχε τόση εξουσία –σχεδόν μονάρχη τον αποκαλεί ο Θουκυδίδης–, ποιος θα τολμούσε, τότε ακριβώς που κατά τον Θουκυδίδη είχε την μεγαλύτερη εξουσία, στις παραμονές του πελοποννησιακού πολέμου, να περάσει από λαϊκό δικαστήριο τους φίλους του και την Ασπασία; Και ενώ τους φίλους του δεν κατάφερε να τους σώσει, για την Ασπασία έκλαιγε σαν γυναικούλα στο δικαστήριο και θερμοπαρακαλούσε τους δικαστές, που ήσαν άνθρωποι του λαού, να τον λυπηθούν και να μη την καταδικάσουν.

 Και ξέρετε γιατί έκλαψε; Γιατί ήταν πολύ μεγάλος! Δεν το λέω για αστείο, το γράφει η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους»: Ήταν τόσο μεγάλος, τόσο πάνω από τα κοινά μέτρα, ώστε δεν εδίστασε, όταν δικαζόταν η εκλεκτή του φίλη Ασπασία, να κλάψει στο δικαστήριο, ζητώντας να την απαλλάξουν από την κατηγορία. Αν ο Περικλής είχε την εξουσία, θα τον τιμωρούσαν σε βαρύτατο πρόστιμο και θα τον καθαιρούσαν από στρατηγό, την στιγμή μάλιστα που τον είχαν τόση ανάγκη; 

Ο μύθος του Περικλέους δεν πλάστηκε τότε που ζούσε ο ίδιος, γι’ αυτό και δεν απόλαυσε την δόξα του. Πλάστηκε εκ των υστέρων και αποσκοπούσε στην ταύτιση της δημοκρατίας με πρόσωπα και κόμματα, ώστε να αλλοιωθεί η ουσία της. Για τούτο και αυτή η εύγλωττη σιωπή γύρω από την προσωπικότητα και το έργο του Εφιάλτου. 

Τα λαμπρά επιτεύγματα της δημοκρατίας έπρεπε να παρουσιαστούν σαν επιτεύγματα ενός μεγαλοφυούς πολιτικού, που σε κανέναν ίσως ηγέτη στην παγκόσμια ιστορία δεν συνυφάνθηκαν με τόσο θαυμαστό τρόπο, εξαίρετη παιδεία, υψηλό ήθος (παρ’ όλο που ο Πλούταρχος λέει πως δεν ήταν σε όλα του ανεπίληπτος) και τέλεια πολιτική σκέψη, με μεγάλη γενναιότητα και σπάνια στρατηγική ικανότητα ταυτόχρονα.

 Ο Εφιάλτης και η δημοκρατία ξεχάστηκαν. Ο Περικλής παραμένει μέχρι σήμερα ως η μεγαλύτερη πολιτική φυσιογνωμία της ανθρωπότητας. Ο αθηναϊκός λαός, μας λένε, μεγαλούργησε κατά την εποχή του Περικλέους όχι γιατί ήταν ελεύθερος, αλλά γιατί είχε τον Περικλή ηγέτη. 

Ο Εφιάλτης και η δημοκρατία που εγκαθίδρυσε αναφέρονται στα ψιλά της ιστορίας σαν μια μικροβελτίωση στο πολίτευμα της Αθήνας, το οποίο τελειοποίησε και έθεσε σε λειτουργία ο συγγενής και διάδοχος του Κλεισθένους, ο Περικλής. Και όμως την εποχή εκείνη η δόξα για την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας είχε αποδοθεί σε αυτόν που ανήκε: στον Εφιάλτη. 

Ο ιστορικός των Αλεξανδρινών χρόνων Ιδομενέας ο Λαμψακινός αναφέρει ότι ήταν τόσο μεγάλη η φήμη και η δόξα του Εφιάλτου, ώστε προκάλεσε τον φθόνο του Περικλέους, τον οποίο κατηγορεί ότι ενέχεται στην δολοφονία του τελευταίου. Ο Πλούταρχος απαντάει στα γραφόμενα του Ιδομενέως λέγοντας: Πώς λοιπόν να πιστέψει κανείς τον Ιδομενέα, ο οποίος κατηγορεί τον Περικλή ότι τάχα από ζηλοτυπία και φθόνο της δόξας του δολοφόνησε τον δημοκρατικό ηγέτη Εφιάλτη, που ήταν φίλος και συνεργάτης του; Δε γνωρίζω από πού τα συμπέρανε αυτά ο Ιδομενεύς και εκτόξευσε χολή εναντίον του ανδρός, ο οποίος ίσως δεν ήταν σε όλα ανεπίληπτος, είχε όμως ευγενή χαρακτήρα και φιλότιμη ψυχή, όπου κανένα δεν φυτρώνει πάθος τόσο ωμό και θηριώδες.

 Φαίνεται ακόμη, γράφει η Αθηνά Καλογεροπούλου, χωρίς να είναι παράτολμο ένα τέτοιο συμπέρασμα, πως η πληροφορία του Πλουτάρχου, που την αποδίδει στον ιστοριογράφο Ιδομενέα τον Λαμψακινό (325-270 π.Χ.), ότι δήθεν ο Περικλής εδολοφόνησε τον Εφιάλτη από ζηλοτυπία και φθόνο της δόξας του, δεν απηχεί παρά τις διαδόσεις που κυκλοφόρησαν οι κύκλοι των δολοφόνων, για να αμαυρώσουν και του Περικλέους την προσωπικότητα, δίδοντας ένα ακόμη κτύπημα στους δημοκρατικούς. 

Η ταύτιση της δημοκρατίας με τον Περικλή και το δημοκρατικό κόμμα έγινε σκόπιμα, για να αλλοιωθεί η ουσία της δημοκρατίας. Ο Περικλής ήταν ένας άξιος πολίτης της δημοκρατίας, που σεβάστηκε τους δημοκρατικούς θεσμούς και έθεσε τις πολιτικές και στρατιωτικές ικανότητές του στην υπηρεσία της πατρίδας του. 

Η προσπάθεια αλλοίωσης της δημοκρατικής εμπειρίας είναι η βαθύτερη αιτία που κρατεί τον Εφιάλτη και την δημοκρατία 2.500 χρόνια τώρα στην σιωπή. Το όνομά του και το πολίτευμα που εγκαθίδρυσε προκαλούν και σήμερα ακόμα τον τρόμο σε εκείνους που αδικούν τους λαούς στο όνομα της δημοκρατίας. Είναι καιρός όμως να γνωρίσουμε το πολίτευμα που εγκαθίδρυσαν το 462 π.Χ. ο Εφιάλτης και ο Αρχέστρατος, για να ξέρουμε τι εννοούμε, όταν μιλάμε για δημοκρατία. 

ΧΡΗΣΤΟΥ Γ. ΡΗΓΑ Δημοκρατία του Εφιάλτη © Κωνσταντίνος Πάγκαλης ISBN: 978-960-391-034-3 Εκδότης: Κωνσταντίνος Πάγκαλης Επιμέλεια: Γρηγόρης Τσικόπουλος